10-01-2022

Μαθήματα Δευτέρας 10/1

Γλώσσα: Βιβλίο, σ. 35-36 το φλουρί του φτωχού, ανάγνωση

ορθογραφία/αντιγραφή, η πρώτη παράγραφος: «Το πρώτο φλουρί…μια χρυσή Αγγλική λίρα»

σ. 37, άσκηση 1 στο τετράδιο εργασιών

Μαθηματικά: Βιβλίο, σ. 86

Φυσική: μαθαίνουμε από το πράσινο βιβλίο: σ. 98: πρώτη παράγραφος, σ. 99: τελευταία παράγραφος, σ. 100, δεύτερη παράγραφος: Το ηλεκτρικό ρεύμα προκαλεί μαγνητικά… τα φαινόμενα αυτά ηλεκτρομαγνητικά.

Για εξάσκηση και κατανόηση, δείτε τις διαδραστικές εφαρμογές παρακάτω

10-01-2022

Μαγνητισμός: παιχνίδια και εφαρμογές

κάνε κλικ στους παρακάτω συνδέσμους:

Μαγνήτης και πυξίδα

Μαγνήτης και ηλεκτρικό κύκλωμα

Μαγνήτης και ηλεκτρικό κύκλωμα – Ροή ηλεκτρονίων

Το ηλεκτρικό κουδούνι

Αρχή λειτουργίας κινητήρα συνεχούς ηλεκτρικού ρεύματος (πως λειτουργούν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα)

μαγνήτης και λαμπάκι που αναβοσβήνει

22-12-2021

Το τουρκικό σχέδιο (1822)

Οι Τούρκοι οργανώνονται για αντεπίθεση. Μια στρατιά θα κατέπνιγε την επανάσταση στη Δ. Ελλάδα και μια άλλη στην Ανατολική. Οι δύο στρατοί θα συναντιούνταν στην Πελοπόννησο όπου θα έφτανε και ο τουρκικός στόλος.

Η καταστροφή της Χίου

 Ο στόλος με αρχηγό τον Καρά Αλή κινήθηκε εναντίον της Χίου.

Χιλιάδες στρατιώτες αποβιβάστηκαν στο νησί και το κατέστρεψαν.

Λίγο αργότερα ο Κανάρης ανατίναξε την τουρκική ναυαρχίδα στο λιμάνι της Χίου.

Ο τουρκικός στόλος εγκαταλείπει τα σχέδιά του.

 

Η μάχη στα Πέτα

     Μετά την εξόντωση του Αλή πασά ο Χουρσίτ αποφάσισε να καταπνίξει την επανάσταση στην Ήπειρο. Οι Έλληνες μαζί με πολλούς φιλέλληνες αντιμετώπισαν τους Τούρκους στο Πέτα, όπου και νικήθηκαν. Οι Σουλιώτες αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν και να καταφύγουν στα Επτάνησα. Μετά την ήττα στη μάχη του Πέτα, πολλοί Έλληνες που πήραν μέρος στη σύγκρουση κατέφυγαν στο Μεσολόγγι, το οποίο οι Τούρκοι πολιόρκησαν. Γρήγορα όμως έφτασαν ενισχύσεις στους πολιορκημένους  και λύθηκε η πολιορκία.

Η καταστροφή του Δράμαλη

      Αρχηγός της εκστρατείας στην Πελοπόννησο ορίστηκε ο Δράμαλης, που με τεράστια δύναμη έφτασε στο Άργος. Ο Κολοκοτρώνης τον αντιμετώπισε εφαρμόζοντας την τακτική της «καμένης γης», υποχρεώνοντάς τον να φύγει από το Μοριά. Κατά την υποχώρησή του στα Στενά των Δερβενακίων έγινε μια μεγάλη μάχη  όπου οι Τούρκοι ηττήθηκαν, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης χιλιάδες νεκρούς, τραυματίες και λάφυρα. Η Επανάσταση εδραιώθηκε.

Αναλυτικά :

Το καλοκαίρι του 1822, οι αντιπαραθέσεις και οι διαφωνίες ανάμεσα σε προεστούς, φαναριώτες και οπλαρχηγούς είχαν οδηγήσει τους επαναστάτες στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου. Σε αυτό το κλίμα σύγχυσης και διάλυσης των επαναστατικών δυνάμεων, μια τεράστια στρατιά με επικεφαλής το Δράμαλη κατέβαινε προς την Πελοπόννησο. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος έστειλε το παρακάτω γράμμα στην ελληνική κυβέρνηση :
«Σας στέλω 30.000 Τούρκους για να μονοιάσετε. Κάμετέ τους ότι θέλετε. Εγώ υπόσχομαι να μην αφήσω άλλους να περάσουν και αναλαμβάνω τον Σερασκέρ Χουρσίτ πασά».
Η είδηση της εισβολής του Δράμαλη στην Πελοπόννησο καθώς και η αναφορά στον τεράστιο στρατό του σκόρπισε τον πανικό. Απελπισμένοι οι χωρικοί εγκατέλειψαν τα χωριά τους αναζητώντας καταφύγιο στα βουνά. Η κυβέρνηση που έδρευε τότε στο Άργος αντί με το παράδειγμά της να δώσει θάρρος στον κόσμο δείλιασε και τα περισσότερα μέλη του Εκτελεστικού και του Βουλευτικού πανικόβλητα επιβιβάστηκαν σε δύο πλοία και ανοίχτηκαν στον Αργολικό Κόλπο για να γλιτώσουν.
Παράλληλα στο Άργος είχαν καταφύγει και ο Δ. Υψηλάντης με λίγους ατάκτους του, αλλά και οι πρόκριτοι της Κορίνθου που έντρομοι ανακηρύττουν τον Θ. Κολοκοτρώνη αρχιστράτηγο με απόλυτη ελευθερία δράσης. Μέσα σ΄ εκείνη την ατμόσφαιρα του τρόμου και της σύγχυσης δύο ιστορικές μορφές ξεχωρίζουν και επιβάλλονται, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Δημήτριος Υψηλάντης λαμβάνοντας τη θαρραλέα απόφαση της άμεσης σύγκρουσης με τις δυνάμεις του Δράμαλη. Η δυνατή φωνή του Κολοκοτρώνη αντήχησε σ΄ όλη την Πελοπόννησο και χιλιάδες μαχητές άρχισαν να τον ακολουθούν. Την ημέρα που ο Δράμαλης στρατοπέδευσε στο Άργος ο Κολοκοτρώνης ξεκινούσε από την Τρίπολη έχοντας συγκεντρώσει πολυάριθμους ατάκτους που συνεχώς αυξάνονταν.
Κύριο πρόβλημα ήταν ο τεράστιος οθωμανικός στρατός σε αντίθεση με τις σχεδόν ανύπαρκτες ελληνικές δυνάμεις ατάκτων. Έτσι αναζητήθηκαν τρόποι που θα μπορούσαν να μειώσουν την ικανότητα του εχθρού. Πρώτη ενέργεια παθητικής άμυνας ήταν η τακτική της καμμένης γης, δηλαδή, η άμεση διαταγή να καούν όλα τα αγροτικά προϊόντα και οι καρποί του αργολικού κάμπου και να απομακρυνθούν όλα τα κοπάδια αιγοπροβάτων και των βοοειδών από την περιοχή.
Ο Δράμαλης φθάνοντας με το στρατό του στο Άργος αντελήφθη την ερήμωση του κάμπου. Ο τεράστιος στρατός του δεν μπορούσε να βρει τα απαραίτητα τρόφιμα ούτε ακόμα και νερό. Το καλοκαίρι του 1822 ήταν ιδιαίτερα ζεστό κι αυτό έκανε τις συνθήκες ακόμα πιο δύσκολες για το στρατό του Δράμαλη.
Ο Κολοκοτρώνης πρότεινε να περικυκλώσουν τους Τούρκους και έτσι ο Δράμαλης βρέθηκε αποκλεισμένος στην πεδιάδα της Αργολίδας. Αποφάσισε να επιστρέψει προσωρινά στην Κόρινθο και στα τέλη Ιουλίου του 1822, κινήθηκε προς τα Δερβενάκια, ένα στενό που ενώνει την Αργολική με την Κορινθακή πεδιάδα.
Οι Τούρκοι της εμπροσθοφυλακής μπήκαν στο στενό πέρασμα και όταν έφτασαν στην έξοδο δέχτηκαν τα πυρά των κρυμμένων Ελλήνων από όλες τις πλευρές. Οι μάχες κράτησαν τρεις μέρες και οι Τούρκοι είχαν τρομακτικές απώλειες, σε ανθρώπους, ζώα και υλικά. Η στρατιά του Δράμαλη ουσιαστικά διαλύθηκε.
Σύντομα η καταστροφή του Δράμαλη έγινε τραγούδι και θρύλος σε πολλά δημώδη ελληνικά τραγούδια:
Της Ρούμελης οι Μπέηδες και του Μωριά οι λεβέντες
Στο Ντερβενάκι κείτονται κορμιά δίχως κεφάλια…

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Δερβενάκια (χάρτης)

Τα Δερβενάκια σήμερα

20-12-2021

Μαθήματα Δευτέρας 20/12/2021

Γλώσσα: Ανάγνωση και απάντηση στις ερωτήσεις του φυλλαδίου: Χριστουγεννιάτικη-εκεχειρία-μαθητές-site

(βλ. και σχετική ανάρτηση παρακάτω)

Μαθηματικά: βιβλίο εργασιών, σ. 37, προβλήματα 1 και 2

Φυσική: Ο ΜΑΓΝΗΤΗΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΖΕΤΑΙ

20-12-2021

Χριστουγεννιάτικη εκεχειρία: μικρή ειρήνη στο μεγάλο πόλεμο

Τα παρακάτω κείμενα αναφέρονται στο γεγονός της Χριστουγεννιάτικης Εκεχειρίας του 1914. Προτείνονται για διδασκαλία  στις Ε’ και Στ’ τάξεις είτε πριν τα Χριστούγεννα, είτε κατά τη διδασκαλία του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στη Στ’ τάξη,  είτε οποιαδήποτε στιγμή επιλέξει ο εκπαιδευτικός. Τα κείμενα διαμορφώθηκαν από αποσπάσματα που αντλήθηκαν από το διαδίκτυο. Με βάση αυτά προτείνονται και συγκεκριμένες δραστηριότητες. Είναι αυτονόητο ότι κάθε συνάδελφος μπορεί να προσαρμόσει ή να αξιοποιήσει όπως επιθυμεί το κείμενο και τις δραστηριότητες. Περισσότερες πληροφορίες για τον Α’ παγκόσμιο Πόλεμο και το απίστευτο αλλά πέρα για πέρα αληθινό γεγονός της «Χριστουγεννιάτικης Εκεχειρίας» μπορεί να αναζητηθούν στην ιστοσελίδα :

http://www.mentality10.com/athlitika-category/podosfairo-category/item/1501-xristougenna-1914-otan-to-podosfairo-kerdi-e-ton-polemo

 

Η ωραιότερη ιστορία του κόσμου

 

Ταινίες σχετικές με το θέμα : «Ουδέν νεότερο από το Δυτικό Μέτωπο», «Ατέλειωτοι Αρραβώνες» και «Καλά Χριστούγεννα».

 

  Διαβάστε / προτείνετε το βιβλίο : Η ωραιότερη ιστορία του κόσμου, του Παντελή Καλιότσου, εκδ. Πατάκη, 2006

20-12-2021

Η πολιτική οργάνωση του αγώνα : Α΄ Εθνοσυνέλευση, 1821, Επίδαυρος

«Το Ελληνικόν Έθνος…κηρύττει σήμερον…ενώπιον Θεού και ανθρώπων…την πολιτικήν αυτού Ύπαρξιν και Ανεξαρτησίαν»

  • Τι σου θυμίζει το απόσπασμα από το κείμενο ;

  • Ποιες φράσεις ή λέξεις σου θυμίζουν κάτι από όσα μελετήσαμε σε προηγούμενες ενότητες ;

  • Τι είναι το Σύνταγμα ;

 

Με την έναρξη της επανάστασης, συγκροτήθηκαν τοπικές κυβερνήσεις, στην Πελοπόννησο, στην Ανατολική Στερεά και στη Δυτική Στερεά Ελλάδα. Όμως έτσι, ήταν αδύνατον να οργανωθεί ο αγώνας. Το Δεκέμβριο του 1821 πραγματοποιήθηκε στην Επίδαυρο η Α΄ Εθνοσυνέλευση. Εκεί συγκεντρώθηκαν οι εκπρόσωποι της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας και των νησιών, προεστοί, λόγιοι και ιερωμένοι στην πλειοψηφία τους. Αντίθετα, ο Δημήτριος Υψηλάντης και οι σημαντικότεροι ρουμελιώτες και πελοποννήσιοι οπλαρχηγοί απουσίαζαν.

Η Α΄ Εθνοσυνέλευση :

  • Ψήφισε το πρώτο Σύνταγμα της Επανάστασης. H σημαντικότερη πράξη της εθνοσυνέλευσης υπήρξε το Προσωρινό Πολίτευμα της Eπιδαύρου, το πρώτο δηλαδή σύνταγμα των επαναστατημένων Ελλήνων, στο οποίο προτασσόταν η Διακήρυξη της Aνεξαρτησίας. Tο Προσωρινό Πολίτευμα που αποτελεί έργο του Ιταλού B. Γκαλλίνα αποπνέει τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές αρχές των γαλλικών επαναστατικών συνταγμάτων (1793 και 1795), καθώς και του συντάγματος των H.Π.A. (1787).  

  • Κήρυξε την ανεξαρτησία των Ελλήνων.

  • Εξέλεξε δύο πολιτικά σώματα : τη βουλή (βουλευτικό) με πρόεδρο το Δημήτριο Υψηλάντη και την κυβέρνηση (εκτελεστικό) με πρόεδρο τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.

Από την πρώτη Εθνοσυνέλευση

Στην Εθνοσυνέλευση επικρατούν οι προεστοί και οι Φαναριώτες. Στο εξής,  ανώτατη αρχή του αγώνα δεν είναι η Φιλική Εταιρεία.

Άλλωστε καμιά αναφορά δεν γίνεται στα κείμενα της Α΄ Εθνοσυνέλευσης στη Φιλική Εταιρεία. H οργάνωση που είχε προπαρασκευάσει την επανάσταση είχε τεθεί οριστικά στο περιθώριο.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

16-12-2021

Χιώτικα κάλαντα

16-12-2021

Η Επανάσταση εξαπλώνεται (πρώτο έτος : 1821)

Περιληπτικά

Η Επανάσταση ξεκίνησε ταυτόχρονα και στην Πελοπόννησο (Μάρτιος 1821) αλλά και στη Στερεά Ελλάδα και στα νησιά. Αποτέλεσμα της υπεροχής των Ελλήνων  στη θάλασσα ήταν τα νησιά να μένουν ελεύθερα ενώ οι Οθωμανοί εμποδίζονταν να αποβιβάσουν στρατό. Πρόταση του Κολοκοτρώνη ήταν να καταλάβουν την Τριπολιτσά που ήταν το διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο της Πελοποννήσου. Αν έπεφτε αυτή στα χέρια των επαναστατών τα υπόλοιπα κάστρα δε θα άντεχαν για πολύ. Η πολιορκία της Τριπολιτσάς ξεκίνησε.

Οι Οθωμανοί την περίοδο αυτή βρίσκονταν σε πόλεμο με τον Αλή πασά των Ιωαννίνων. Ο Χουρσίτ πασάς (διοικητής της Πελοποννήσου που είχε αναλάβει την καταστολή της εξέγερσης του Αλή πασά) ανησύχησε και έστειλε στρατό να βοηθήσει τους πολιορκημένους. Οι οπλαρχηγοί της Στερεάς ανέλαβαν να αποκόψουν την πορεία των Τούρκων. Στο πεδίο της μάχης έπεσαν σημαντικοί αγωνιστές όπως ο ο Αθανάσιος Διάκος (στην Αλαμάνα). Όμως ο Οδυσσέας Ανδρούτσος έκλεισε το δρόμο στους Τούρκους με λιγοστές δυνάμεις στο Χάνι της Γραβιάς.  Τελικά ο τουρκικός στρατός δεν μπόρεσε να περάσει στην Πελοπόννησο.

Στο μεταξύ η Τριπολιτσά αβοήθητη έπεσε στα χέρια των Ελλήνων μετά από φοβερή πολιορκία. Το σχέδιο του Κολοκοτρώνη είχε πετύχει.

 

Α. Οι Οθωμανοί καλούν τους προεστούς στην Τρίπολη (ανάπτυξη επιχειρηματικού λόγου)

Οι Οθωμανοί, ανήσυχοι μετά τις πρώτες επαναστατικές κινήσεις κάλεσαν προληπτικά τους αρχιερείς και τους προεστούς στην Τριπολιτσά     (Τρίπολη). Γιατί άραγε το έκαναν αυτό ;

 

Οι προεστοί βρέθηκαν μπροστά σε δίλημμα. Πολλοί από αυτούς ήταν διστακτικοί και θεωρούσαν ότι δεν έπρεπε να ξεκινήσει η επανάσταση. Αν πήγαιναν κινδύνευαν να φυλακιστούν ή να εκτελεσθούν.

Αν δεν πήγαιναν οι Οθωμανοί θα θεωρούσαν ότι είναι υπεύθυνοι για την επανάσταση, άρα πάλι κινδύνευαν. Οι προεστοί έκαναν μια σύσκεψη για να αποφασίσουν τι στάση θα κρατήσουν.

Προσπαθήστε να αναπτύξετε επιχειρήματα υπέρ της μιας ή της άλλης άποψης.

Τι λέτε να έκαναν τελικά ; 

Ακολουθεί συζήτηση για τα πραγματικά γεγονότα. Tο μεγαλύτερο μέρος των προεστών και των αρχιερέων δεν πήγαν στην Τριπολιτσά και υποχρεωτικά ακολούθησαν πλέον το δρόμο της επανάστασης. Προσήλθαν σύμφωνα με τις πηγές, 16 προεστοί και 8 αρχιερείς οι οποίοι φυλακίστηκαν και απελευθερώθηκαν από τους επαναστάτες μετά την άλωση της Τριπολιτσάς. Με βάση το αποτέλεσμα συζητάμε αν η επιλογή των Οθωμανών ήταν αποτελεσματική. Επίσης, εδώ παίρνουμε υπόψη μας ότι οι Οθωμανοί θεωρούσαν ότι αρχηγοί των Ελλήνων ήταν οι προεστοί και οι αρχιερείς, δηλαδή οι παραδοσιακοί εκπρόσωποι του ρουμ μιλέτ. Δεν είχαν κατανοήσει όμως ότι ήδη είχαν αναδειχτεί και άλλες ηγετικές ομάδες, όπως οι Φιλικοί, οι Φαναριώτες και οι οπλαρχηγοί.

Πηγή για τους χάρτες που χρησιμοποιούνται στις αναρτήσεις που αφορούν την ελληνική επανάσταση :
2ο Δημοτικό Σχολείο Αγίου Αθανασίου

Β. Η Επανάσταση ξεκινάει στη Νότια Ελλάδα 

Οι προϋποθέσεις για την επιτυχία της ελληνικής επανάστασης ήταν σαφώς καλύτερες στον νότιο ελλαδικό χώρο, από ότι στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες. Οι ελληνικοί πληθυσμοί ήταν πυκνότεροι και η παρουσία οθωμανικού στρατού δεν ήταν ιδιαίτερα ισχυρή,  ενώ τη δεδομένη στιγμή (1820-1822) μεγάλο μέρος των οθωμανικών δυνάμεων ήταν απασχολημένο στον πόλεμο εναντίον του Αλή πασά της Ηπείρου .

Στην αρχή φάνηκε ότι η Επανάσταση θα κάλυπτε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο, αλλά σύντομα περιορίστηκε στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα και στα κοντινά νησιά. Στη Νότια Ελλάδα πολυάριθμοι Φιλικοί προετοίμαζαν και ανέμεναν τον ξεσηκωμό, υπήρχαν ένοπλα σώματα Ελλήνων (κλέφτες), ελληνικά εμπορικά σκάφη, ενώ πολλοί Έλληνες διέθεταν σημαντική εμπειρία ένοπλων συγκρούσεων τόσο στην ξηρά, όσο και στη θάλασσα. Επιπλέον, τα ορεινά εδάφη της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας διευκόλυναν τον κλεφτοπόλεμο. Για να αποκτήσει η Επανάσταση εθνικό χαρακτήρα χρειάστηκε να ξεπεραστούν οι διαφωνίες των τοπικών αρχόντων και κοτζαμπάσηδων. Σημαντικό ρόλο στην προετοιμασία της Επανάστασης έπαιξε ο Παπαφλέσσας και ο Θ. Κολοκοτρώνης που ξεσήκωσαν τους Έλληνες.

Η Επανάσταση ξεκίνησε το Μάρτιο του 1821 στην Πελοπόννησο, με επιθέσεις εναντίον οχυρωμένων Τούρκων στα Καλάβρυτα και στη Βότσιτσα (σημερινό Αίγιο). Στις 23 Μαρτίου 1821 καταλήφθηκε από τους Έλληνες επαναστάτες η Καλαμάτα και στις 24 η Πάτρα. Τον Απρίλη  ξεσηκώθηκαν τα νησιά (Σπέτσες, Ύδρα, Ψαρά) και η Στερεά Ελλάδα.

Με την εξάπλωση της Επανάστασης η ηγεσία του στρατού ανατέθηκε στο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και στις 12 -13 Μάη δόθηκε η πρώτη αποφασιστική μάχη στο Βαλτέτσι, με αποτέλεσμα να απομονωθεί η Τριπολιτσά που ήταν το σημαντικότερο διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο των Οθωμανών. Τον Ιούνιο του 1821 έφτασε στην Πελοπόννησο ο Δημήτριος Υψηλάντης, στη θέση του αδελφού του  Αλέξανδρου για να αναλάβει την αρχηγία της Επανάστασης. Η Επανάσταση είχε εδραιωθεί στην Νότια Ελλάδα.

Μετά τους πρώτους μήνες της Επανάστασης, οι Οθωμανοί ήθελαν να καταστείλουν την επανάσταση των Ελλήνων, στέλνοντας στρατό στην Πελοπόννησο. Ο Χουρσίτ Πασάς έστειλε 3.500 στρατιώτες για να υπερασπιστούν την Τριπολιτσά που ήταν το σημαντικότερο διοικητικό, εμπορικό και στρατιωτικό κέντρο των Οθωμανών. Ο Κολοκοτρώνης πρότεινε την πολιορκία της πόλης στην οποία συμμετείχε και ο Δ. Υψηλάντης που είχε αναλάβει την αρχηγία του Αγώνα. Η Τριπολιτσά έπεσε στα χέρια των επαναστατών το Σεπτέμβριο του 1821 και ακολούθησαν σφαγές και λεηλασίες.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Γ. Οι μάχες στη Στερεά Ελλάδα : Αλαμάνα, Γραβιά, Βασιλικά.

Διάβασε το δημοτικό τραγούδι :

Τ’ Aντρούτσου η μάνα χαίρεται, του Διάκου καμαρώνει.

Γιατί έχουν γιούς αρματωλούς και γιους καπεταναίους.
Ένας στο χάνι της Γραβιάς κι άλλος στην Aλαμάνα
τους Tούρκους εσκορπίσανε, σπαχήδες1 γενιτσάρους.2


1σπαχήδες: ειδικό σώμα Τούρκων πολεμιστών
2γενίτσαροι: σώμα επιλέκτων στρατιωτών που το αποτελούσαν χριστιανόπουλα τα οποία, μετά από αιχμαλωσία ή παιδομάζωμα, εξισλαμίζονταν

 

 

 

 

 

 

 

Σε ποια πρόσωπα αναφέρεται το δημοτικό τραγούδι και σε ποιες μάχες ;

Πότε έγιναν και τι γνωρίζεις γι’ αυτές;

Είναι ιστορικά ακριβής ο τελευταίος στίχος του τραγουδιού; Αν όχι γιατί;

Μελέτησε το παρακάτω κείμενο πριν απαντήσεις στις ερωτήσεις

Για να καταπνίξει την επαναστατική δραστηριότητα, ο Χουρσίτ Πασάς έστειλε από τα Ιωάννινα ισχυρό στρατό. Τον πολυάριθμο οθωμανικό στρατό περίμεναν στην Ηράκλεια και στις γέφυρες του Γοργοποτάμου και της Αλαμάνας οι οπλαρχηγοί Πανουργιάς, Ιωάννης Δυοβουνιώτης και Αθανάσιος Διάκος. Τον Απρίλιο του 1821 οι Τούρκοι εκδίωξαν τους υπερασπιστές των δύο πρώτων θέσεων. Έπειτα ενωμένοι στράφηκαν εναντίον των υπερασπιστών της Αλαμάνας.

Παρόλο που ο Διάκος ειδοποιήθηκε να εγκαταλείψει τη θέση του, αυτός συνέχισε να πολεμά. Τραυματίστηκε όμως και πιάστηκε αιχμάλωτος. Εκτιμώντας την ανδρεία του ο Ομέρ Βρυώνης, του πρότεινε να του χαρίσει τη ζωή με αντάλλαγμα να προσχωρήσει στον στρατό του. Ο Διάκος αρνήθηκε και θανατώθηκε με φρικτό τρόπο.

Η θυσία του νεαρού οπλαρχηγού έδειξε ότι η Επανάσταση του 1821 δεν ήταν μια απλή εξέγερση, αλλά αποφασιστικός αγώνας για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Επιπλέον ενέπνευσε τους Έλληνες αγωνιστές, που πήραν εκδίκηση για τον θάνατο του αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους Οθωμανούς στο χάνι της Γραβιάς στις 8 Μαΐου του 1821.

Ο παλιός αρματολός της περιοχής Οδυσσέας Ανδρούτσος κλείστηκε στο χάνι με περίπου 100 άνδρες. Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης οι πολεμιστές στο χάνι, κατάφεραν να αποκρούσουν τις τουρκικές επιθέσεις.

Η μάχη σταμάτησε το βράδυ, με μεγάλες απώλειες για το οθωμανικό στράτευμα. Λίγο πριν ξημερώσει κι ενώ ο Ομέρ Βρυώνης περίμενε να έρθουν κανόνια από τη Λαμία, ο Ανδρούτσος και οι άνδρες του επιχείρησαν έξοδο και κατάφεραν να περάσουν ανάμεσα από τους Τούρκους, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί.

Τον Αύγουστο του 1821, οι Έλληνες επαναστάτες νικούν τον οθωμανικό στρατό στα Βασιλικά. Οι προσπάθειες του Χουρσίτ Πασά να στείλει στρατό στην Τριπολιτσά αποτυγχάνουν

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Δ. Η πολιορκία και η άλωση της Τριπολιτσάς

Διάβασε τις παρακάτω μαρτυρίες :

Για τη σφαγή ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αναφέρει χαρακτηριστικά στο ημερολόγιό του: «Το ασκέρι όπου ήτον μέσα, το ελληνικό, έκοβε και εσκότωνε, από Παρασκευή έως Κυριακή, γυναίκες, παιδιά και άντρες, τριανταδύο χιλιάδες. Το άλογό μου από τα τείχη έως τα σαράγια δεν επάτησε γη. Έλληνες εσκοτώθηκαν εκατό»

Ο Γενναίος, γιος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, γράφει στα «Υπομνήματα» (1821-1827) για την άλωση της Τριπολιτσάς:
«Οι Έλληνες εν διαστήματι τριών ημερών εφόνευσαν υπέρ τους 5.000 μαχητάς και ηχμαλώτισαν υπέρ τους 7300 παντός γένους και ηλικίας και εκ των 13.000 εντοπίων και ξένων οίτινες ήτον εις Τρίπολιν, μόλις 1.500 Αλβανοί κατ’ έλεος του Κολοκοτρώνη, εσώθησαν, οίτινες συνοδευθέντες υπό τον Πλαπούτα μέχρι της Βοστίτσας, ασφαλώς απεβιβάσθησαν εις την Ρούμελην. Έλληνες εις την περίστασιν ταύτην εφονεύθησαν περί τους 150».

Σε ποιο γεγονός αναφέρονται οι δυο μαρτυρίες;

Πότε έγινε ;

Ποιος επέμενε να πολιορκήσουν οι επαναστάτες την Τριπολιτσά ;

Βρείτε ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα στις δυο μαρτυρίες.

Πέτυχαν οι Έλληνες το σκοπό τους;

Η πτώση της Τριπολιτσάς, το Σεπτέμβρη του 1821, έξι μήνες  από την έναρξη της Επανάστασης, ήταν ιδιαίτερα σημαντική, καθώς είχε συντριβεί η βασική στρατιωτική βάση του οθωμανικού στρατού στην Πελοπόννησο.

 

13-12-2021

παρουσίαση : Η εξέγερση στη Μολδοβλαχία

Η εξέγερση στη Μολδοβλαχία

 

Η έναρξη της Επανάστασης στη Μολδοβλαχία (1821)

Οι Φιλικοί με αρχηγό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη αποφάσισαν  να ξεκινήσει η Επανάσταση από τη Μολδοβλαχία. Η Επανάσταση ξεκίνησε το Φεβρουάριο του 1821. Οι επαναστάτες συνάντησαν σημαντικές δυσκολίες. Οι Μεγάλες Δυνάμεις και ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ καταδίκασαν την επανάσταση, ο τσάρος της Ρωσίας καθαίρεσε τον Υψηλάντη και επέτρεψε στον τουρκικό στρατό να εισβάλει στην περιοχή.

Η αποφασιστικότερη μάχη δόθηκε στο Δραγατσάνι (1821)  όπου οι Ιερολοχίτες έπεσαν μέχρι ενός στο πεδίο της μάχης. Η επανάσταση πλέον είχε σβήσει στη Μολδοβλαχία. Η επανάσταση στη Μολδοβλαχία είχε και τη θετική της πλευρά, αφού ανάγκασε τους Τούρκους να στείλουν ένα μέρος του στρατού τους στην περιοχή διασπώντας έτσι τις δυνάμεις τους.

 

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

 1)Γιατί η Επανάσταση ξεκίνησε από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες (Μολδαβία και Βλαχία);

 2)Πότε ξεκίνησε η επανάσταση στη Μολδοβλαχία;

  3)Η Επανάσταση συνάντησε δυσκολίες;  Τι έκανε ο Υψηλάντης με τους επαναστάτες στο Βουκουρέστι;

 4)Ποια ήταν η αντίδραση των Μεγάλων Δυνάμεων, του Πατριάρχη και της Ρωσίας απέναντι στην εξέγερση αυτή;

 5) Πώς αντιμετώπισε ο Υψηλάντης τον πολυάριθμο οθωμανικό στρατό και πού έγινε η πιο σημαντική μάχη;

 6)Ποια η τύχη του Υψηλάντη, των άλλων Ελλήνων και των οπλαρχηγών Ολύμπιου και Φαρμάκη;

 7)Ποια ήταν η θετική πλευρά της εξέγερσης στη Μολδοβλαχία;

ΚΟΥΪΖ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ 2

BINTEO

08-12-2021

Aιολική γη (του Ηλία Βενέζη)

Τα Κιμιντένια είναι βουνά στη Μικρά Ασία. Εκεί ζούσε ο Πέτρος με την οικογένειά του. Μια μέρα έγινε ένας φοβερός πόλεμος και τα όνειρα των ανθρώπων γκρεμίστηκαν. Έπρεπε να φύγουν από την πατρίδα τους και να πάνε να ζήσουν σ’ άλλο τόπο. Θα είναι πρόσφυγες ξεριζωμένοι σε μια ξένη χώρα. Τώρα ταξιδεύουν στο Αιγαίο μ’ ένα σάπιο καΐκι που το δέρνουν με μανία τα κύματα του πελάγους. Ο παππούς του Πέτρου πήρε μαζί του λίγο χώμα από το αγρόκτημα του, για να φυτέψει ένα βασιλικό εκεί που θα πάνε.

Παρακολουθήστε τα παρακάτω βίντεο:

Η Μικρασιατική Εκστρατεία και η Καταστροφή

ΣΜΥΡΝΗ 1922 ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

Το μυθιστόρημα ανασυνθέτει την ευτυχισμένη ζωή στη Μικρασία πριν τη μικρασιατική καταστροφή. Το πλήθος των φανταστικών προσώπων, των φυσικών στοιχείων, των παιδιών και των μεγάλων που συνθέτουν τον κόσμο της Αιολικής γης είναι δοσμένα από το ώριμο ύφος του συγγραφέα με μορφή παραμυθένια, με πληρότητα μαγική. Η Αιολική γη είναι το βιβλίο του χαμένου παραδείσου των παιδικών χρόνων στα παράλια της Μικρασίας και του δραματικού ξεριζώματος από τη γενέθλια γη.

Πληροφορίες :

για το συγγραφέα

για το Αϊβαλί

για τους Αιολείς

για τη Μικρασιατική καταστροφή

χάρτης

 

 

 

 

 

 

 

Παραθέτουμε το πρώτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

Κόσμος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Κιμιντένια

Όταν παραμέρισαν τα κύματα του Αιγαίου κι άρχισαν ν’ αναδύονται απ’ το βυθό τα βουνά της Λέσβου υγρά, στιλπνά και γαλήνια, τα κύματα είδαν ξαφνιασμένα το νησί, το νέο τους φίλο. Ήταν συνηθισμένα να ταξιδεύουν απ’ τα μέρη του Κρητικού πελάγου και να σβήνουν στις ακρογιαλιές της Ανατολής, και ό,τι ξέρανε από στεριά ήταν σκληρά βουνά, κοφτοί θεόρατοι βράχοι, γη από κίτρινη πέτρα. Τούτο δω, με το νέο νησί, ήταν κάτι άλλο – ω, πόσο διαφορετικό! Γι’ αυτό είπαν τα κύματα:
«Ας πάμε το μήνυμα στην πιο κοντινή γη, στη γη της Αιολίδας. Ας της πούμε για το νησί, τη νέα γη που έδεσε το φως με τη γαλήνη, για τη γραμμή και την κίνηση του που είναι τόσο ήμερη σα να έχει μέσα της τη σιωπή, ας της πούμε για το θαύμα του Αιγαίου!»
Ήρθαν τα κύματα και φέραν το μήνυμα του πελάγου στην αιολική ακτή. Ήρθαν και άλλα κύματα, κι άλλα – όλα τα κύματα. Όλα λέγαν για το παιχνίδι της γραμμής του νησιού, για το παιχνίδι της αρμονίας και της σιωπής.
Τ’ άκουσαν την πρώτη μέρα τα σκληρά βουνά της Ανατολής και μείνανε αδιάφορα. Τ’ άκουσαν και την άλλη, και πάλι δεν ταράχτηκαν. Όμως όταν το κακό παράγινε και κάθε στιγμή άλλο δεν ακούγανε παρά τη βουή του πελάγου να τους λέει για το θαύμα, τα βουνά παράτησαν την αταραξία τους και, περίεργα, σκύψανε πάνω απ’ τα κύματα να δουν το νησί του Αιγαίου. Ζηλέψανε την αρμονία του και είπαν:
«Ας κάμουμε κ’ εμείς έναν τόπο γαλήνης στη γη της Αιολίδας, που να ‘ναι σαν το νησί!»
Παραμερίσανε τότε τα βουνά, τραβήχτηκαν στο βάθος, κι ο τόπος που άφησαν έγινε ο τόπος της Γαλήνης.
Τα βουνά κείνα της Ανατολής τα λένε Κιμιντένια.
Οι πρόγονοί μου δουλέψανε σκληρά τη γη που είναι κάτω απ’ τα Κιμιντένια. Όταν εγώ γεννήθηκα, ένα μεγάλο μέρος της περιοχής το όριζε η φαμίλια μας. Το χειμώνα μέναμε στην πόλη, αλλά μόλις τα χιόνια φεύγανε απ’ τα Κιμιντένια κ’ η γη πρασίνιζε μας έπαιρνε η μητέρα μας, όλα τ’ αδέρφια μου, την Ανθίππη, την Αγάπη, την Άρτεμη, τη Λένα, εμένα, και πηγαίναμε να ζήσουμε τους μήνες του καλοκαιριού στο κτήμα, κοντά στον παππού και στη γιαγιά μας.
Η θάλασσα ήταν μακριά από κει, κι αυτό στην αρχή ήταν μεγάλη λύπη για μένα επειδή γεννήθηκα κοντά της. Στην ησυχία της γης θυμόμουν τα κύματα, τα κοχύλια και τις μέδουσες, τη μυρουδιά του σάπιου φυκιού και τα πανιά που ταξίδευαν. Δεν ήξερα να τα πω αυτά, επειδή ήμουνα πολύ μικρός. Αλλά μια μέρα η μητέρα μου βρήκε το αγόρι της πεσμένο μπρούμυτα καταγής, σα να φιλούσε το χώμα. Το αγόρι δε σάλευε, κι όταν η μητέρα πλησίασε τρομαγμένη και το σήκωσε είδε το πρόσωπο του πλημμυρισμένο στα δάκρυα. Το ρώτησε ξαφνιασμένη τι έχει, κ’ εκείνο δεν ήξερε ν’ αποκριθεί και δεν είπε τίποτα. Όμως μια μητέρα είναι το πιο βαθύ πλάσμα του κόσμου, κ’ η δική μου, που κατάλαβε, με πήρε από τότε πολλές φορές και πήγαμε ψηλά στα Κιμιντένια, απ’ όπου μπορούσα να βλέπω τη θάλασσα. Κ’ ενώ εγώ αφαιριόμουνα στη μακρινή μαγεία του νερού, εκείνη δε μου μιλούσε, για να αισθάνομαι πως είμαστε μονάχοι, η θάλασσα κ’ εγώ. Περνούσε πολλή ώρα έτσι, τα μάτια μου κουράζονταν να κοιτάνε και γέρναν, έγερνα κ’ εγώ στη γη. Τότε τα δέντρα που με τριγύριζαν γίνονταν καράβια με ψηλά κατάρτια, τα φύλλα που θροούσαν γίνονταν πανιά, ο άνεμος ανατάραζε το χώμα, το σήκωνε σε ψηλά κύματα, τα μικρά τριζόνια και τα πουλιά ήταν χρυσόψαρα και πλέανε, κ’ εγώ ταξίδευα μαζί τους.
Σαν ξυπνούσα, έβλεπα από πάνω μου τα μάτια της μητέρας μου να περιμένουν.
— Ήταν ωραία, αγόρι; με ρωτούσε χαμογελώντας γλυκά.
— Αχ, μητέρα, πάντα είναι ωραία με τη θάλασσα!
Μια από κείνες τις καλοκαιρινές μέρες γυρίζοντας με τη μητέρα μου απ’ το «ταξίδι της θάλασσας στα Κιμιντένια», σταθήκαμε στην κοίτη ενός μικρού ποταμίου. Το ποτάμι ήταν γεμάτο καθαρό άμμο, έτρεχε όμως και λίγο νερό.
— Πως τρέχει νερό, είπα, αφού είναι καλοκαίρι και τα Κιμιντένια δεν κατεβάζουνε νερό;
— Έλα! μου λέει η μητέρα, που είχε ζήσει όλα τα παιδικά της χρόνια στα Κιμιντένια κ’ ήξερε τον τόπο καλά. Έλα να δεις!
Περπατήσαμε μες στο ποτάμι, ακολουθώντας το βαθιά στην κοιλάδα, και τότε βρήκαμε σε μια κουφάλα την πηγή απ’ όπου ανάβλυζε το νερό. Έκανε πολύ δροσιά εκεί· μολοντούτο δεν είχε βρύα και πλατάνια, όπως θα ‘πρεπε σε τόσο υγρό τόπο.
— Δοκίμασε το νερό, μου λέει η μητέρα μου. Να δεις τι δροσερό που είναι!
Πήρα με τη χούφτα μου και το ’φερα στα χείλια μου. Αλλά μόλις το άγγιξαν, το άφησα να χυθεί και σκούπισα τη γλώσσα μου.
— Μα αυτό είναι θάλασσα! είπα ξαφνιασμένος.
Η μητέρα μου γελούσε με πολλή χαρά. Με πήρε στην αγκαλιά της και μου είπε:
— Βλέπεις; Η θάλασσα είναι παντού!
Κι όταν έπειτα πήραμε το δρόμο του γυρισμού έγινε σοβαρή και μου εξήγησε πως όλη η περιοχή κάτω απ’ τα Κιμιντένια ήταν κάποτε κακή γη, επειδή πολύ βαθιά μέσα της ζούσε η θάλασσα, έμπαινε μέσα της η θάλασσα. Και χρειάστηκε από γενιά σε γενιά ο ασταμάτητος μόχθος των ταπεινών μου προγόνων για να φύγει το νερό και να γίνουν τα δέντρα και τα κλήματα.
Στα χρόνια του πάππου μου, του πατέρα της μητέρας μου, η γη πια ήταν έτοιμη κ’ έγινε το υποστατικό. Απ’ τη μητέρα μου έμαθα το πώς έγινε η πρώτη καλύβα, πότε η γιαγιά μου φύτεψε με τα χέρια της τον πλάτανο στην αυλή, πότε φυτέψανε τα κλήματα. Στο υποστατικό έμπαινες από μια μεγάλη πόρτα, καμωμένη με σκαλιστό ξύλο. Στη μέση ήταν μια αυλή και γύρω γύρω της, η μια χτισμένη κοντά στην άλλη, ήταν οι οικοδομές. Στα κάτω πατώματα ήταν οι αποθήκες κ’ οι στάβλοι, στ’ απάνω η κατοικία του παππού και της γιαγιάς μας, πλάι ο ξενώνας, και πλάι οι κατοικίες για τις γυναίκες και τους ζευγάδες που δουλεύανε στο κτήμα ολοχρονίς. Μια ξύλινη σκάλα σε ανέβαζε απ’ την αυλή στο σπίτι του πάππου, κι από κει άρχιζε το ξύλινο μπαλκόνι που ένωνε κυκλικά όλα τα χτίρια. Τα παράθυρα όλα βλέπαν μες στην αυλή, και μονάχα το σπίτι του παππού είχε ένα σιδερόφραχτο παράθυρο που έβλεπε έξω, τον κόσμο τον έξω απ’ τη μεγάλη πόρτα. Έτσι το υποστατικό έμοιαζε σα μοναστήρι ή σα φρούριο, καμωμένο όλο με γερή πέτρα του Σαρμουσάκ για το φόβο των ληστών. Όμως δεν είχε τίποτα απ’ την ασκητική αυστηρότητα των μοναστηριών, μήτε απ’ την αγριότητα των φρουρίων. Ήταν βαμμένο με γαλάζιο χρώμα.
Σ’ ένα επιτούτου δωμάτιο ήταν φυλαγμένα σαν πολύτιμα πράματα τα όπλα, γκράδες και μαρτίνια και σπαθιά, όσα θα φτάνανε για ν’ αρματώσουν όλους τους ζευγάδες σε ώρα ανάγκης, αν μας ρίχνονταν ληστές. Αυτό το δωμάτιο το λέγαμε το «Κίτρινο» επειδή ήταν βαμμένο με δυνατό κίτρινο χρώμα. Το δικό μας, των παιδιών, ήταν πλάι στα όπλα, κ’ η γειτονία τους μας έκανε να τα συλλογιζόμαστε πολύ. Και καθώς το Κίτρινο ήταν πάντα κλειδωμένο και κανένας δεν είχε την άδεια να το ανοίξει εκτός απ’ τον παππού, η φαντασία μας του έδινε μεγάλες διαστάσεις, το σχημάτιζε σα μυστικό καταφύγιο μυθικών πλασμάτων.
Τις νύχτες, όταν γινόταν ησυχία έξω, όταν τα τσακάλια πια δεν ούρλιαζαν και μονάχα τα φύλλα των δέντρων ακούγονταν που σάλευαν, κάθε άλλος σιγανότατος θόρυβος που έφτανε ως εμάς μας φαινόταν να ‘ρχεται από το απαγορεμένο δωμάτιο. Τότε το ένα παιδί ξυπνούσε το άλλο.
— Άκουσες; έλεγε η μικρή Άρτεμη και μ’ έσπρωχνε. Ξυπνούσα τρομαγμένος και ρωτούσα:
— Τι είναι;
— Άκου! Πλάι κάτι γίνεται! Στο Κίτρινο…
Έβαζα όλη την προσοχή κι αφουγκραζόμουν. Η γη αναπαύεται και γονιμοποιεί τους σπόρους, κι απ’ το μυστικό της έργο έρχεται ένας ελάχιστος θόρυβος που μπορεί να φτάξει μονάχα σ’ ένα παιδί. Οι ρίζες των δέντρων σαλεύουν στα σκοτεινά γυρεύοντας νερό να πιουν, οι φλούδες των κορμών σαλεύουν για να χυθούν οι χυμοί στους κλώνους και στα φύλλα, τα τυφλά σκουλήκια αγωνίζουνται έρημα το μικρό τους αγώνα, ένα ζαρκάδι πέρασε και χάθηκε, ένα άλλο, κυνηγημένο από μεγαλύτερο του αγρίμι, δεν μπόρεσε να περάσει στο δάσος να γλιτώσει κι ακούγεται η σπαραχτική φωνή του βαθιά, η φωνή του θανάτου. Ύστερα όλα ησυχάζουν, κ’ έρχεται η Μεγάλη Σιωπή.
— Άκου!.. λέει πάλι η Άρτεμη όταν γίνεται ησυχία.
— Τσακάλι θα ‘ταν και πέρασε, της λέω.
— Μα όχι! Όχι το τσακάλι! Να! Τώρα, τώρα! Κει μέσα! Άκουσε!
Τεντώνω το αυτί μου κι ανοίγω τα μάτια μου όσο μπορώ. Η καρδιά μου χτυπά με αγωνία επειδή αισθάνουμαι την ανάγκη ν’ ακούσω ό,τι μπορεί ν’ ακούσει εκείνη.
— Αχ! λέω τέλος απελπισμένα. Δεν ακούω τίποτε! Μονάχα τα φύλλα…
— Καημένε! Τα φύλλα. Τι λες για φύλλα! κάνει η φωνή της μες στο σκοτάδι, και ξέρω πως στα μάτια της θα λάμπει η περιφρόνηση. Μα τόσο λοιπόν μικρός είσαι;
Εγώ ήμουνα έξι χρονώ κ’ εκείνη είχε κλείσει πια τα οχτώ.
Αυτό δε με πείραζε τόσο. Αλλά μου ερχόταν να κλάψω απ’ το κακό μου και απ’ το παράπονο επειδή η Άρτεμη ήταν κορίτσι, κ’ ένα κορίτσι δε θα ‘πρεπε να ξέρει πιο πολλά από ένα αγόρι. Κι όμως, να που έτσι γινόταν – αδικία πολλή ήταν στον κόσμο.
— Ό,τι θέλεις λες! της κάνω τέλος θυμωμένα. Ακούς τα φύλλα στα δέντρα και θαρρείς πως είναι στο Κίτρινο! Χμ!
— Κακομοίρη! Εγώ λέω ό,τι θέλω; διαμαρτύρεται η Άρτεμη. Δε θυμάσαι πως κ’ εσύ τις προάλλες τ’ άκουσες που περπατούσαν τα σπαθιά μες στο Κίτρινο και μιλούσαν με τα πιστόλια; Ακούς, να λέω, ό,τι θέλω!
Η Άρτεμη είχε δίκιο. Τις προάλλες φύσηξε πολύς αγέρας, αργά μετά τα μεσάνυχτα, κι όλο το υποστατικό σα να σάλευε. Από ψηλά, απ’ τα Κιμιντένια, ερχόταν ο θρήνος των δέντρων που πάλευαν με τον άνεμο. Μήτε τα τσακάλια δεν είχαν τολμήσει να βγούνε κείνο το βράδυ απ’ τις φωλιές τους, μήτε άλλα ζαρκάδια, καμιά φωνή δεν ακουγόταν. Τότες ακούσαμε το μυστικό θόρυβο που ερχόταν μεσ’ από το Κίτρινο, και μείναμε κ’ οι δύο σύμφωνοι, η Άρτεμη κ’ εγώ, πως τα σπαθιά μιλούσαν. Λοιπόν, τώρα γιατί να μην πιστεύω;
— Εσύ όλο κοιμάσαι, αυτό είναι! συμπεραίνει η Άρτεμη, θέλοντας να εξηγήσει την αδυναμία μου. Εγώ όμως ξαγρυπνώ κ’ έχω συνηθίσει τ’ αυτί μου να παίρνει.
— Καλά, καλά! της λέω πάλι. Εσύ τα ξέρεις όλα! Κάθισε, λοιπόν, να ξαγρυπνάς με το σκοτάδι…
Γυρίζω στο μικρό κρεβάτι μου και κουκουλώνουμαι με το σεντόνι. Μα την ίδια στιγμή ένας καθαρός, καθαρότατος θόρυβος, ένα τικ τικ, έρχεται μες στη νύχτα απ’ το μέρος του Κίτρινου.
— Τ’ άκουσες επιτέλους; ψιθυρίζει στα σκοτεινά η φωνή της Άρτεμης, και θαρρώ πως τρέμει. Τ’ άκουσες;
— Αχ, τ’ άκουσα! μουρμουρίζω κ’ εγώ με ταραχή. Τι να ‘ναι;
— Τα σπαθιά ξυπνούνε…, λέει εκείνη.
Μα τότε ξυπνά κ’ η Ανθίππη. Είναι η μεγαλύτερη αδερφή μας, είναι ως δώδεκα χρονώ κ’ είναι η δεύτερη μητέρα μας. Πάντα της λέγαμε τα μυστικά μας.
— Τι έχετε εσείς εκεί; ρωτά σιγανά.
— Ανθίππη, άκου!.. λέει η Άρτεμη, κ’ η φωνή της είναι σα να γυρεύει βοήθεια. Τα σπαθιά ξύπνησαν στο Κίτρινο!..
Η Ανθίππη ακούει κ’ ύστερα λέει ατάραχη:
— Ποντίκια είναι, μην κάνετε έτσι. Κοιμηθείτε!
Την ακούμε που γυρίζει απ’ το άλλο πλευρό να κοιμηθεί, σα να μην έγινε τίποτα. Σκεπάζουμαι κ’ εγώ ως το κεφάλι, μα τα μάτια δεν κλείνουν. Οι θόρυβοι του δάσους, της γης, των ζαρκαδιών γίνουνται ένα, γίνουνται η παράξενη μουσική που λέει για τα παραμύθια και για τα όνειρα, λέει για τα ταξίδια των παιδιών που πάνε καβάλα σε χρυσόψαρα να βρούνε τη «Ροδοπαπούδα» με το άσπρο φόρεμα και τ’ ασημένια μαλλιά και με το Μεγάλο Δράκο που φυλάει στην πόρτα της. Τα σπαθιά και τα πιστόλια στο κίτρινο δωμάτιο δεν είναι πια άγρια πλάσματα, ξύπνησαν μονάχα γιατί ζήλεψαν, θέλουν κι αυτά να καβαλικέψουν τα χρυσόψαρα, να μην είναι κλεισμένα κ’ έρημα. Ανοίγουν σιγανά την πόρτα της φυλακής τους, απλώνουνε τα χέρια και ξέρουν πως, κι αν δεν είναι χρυσόψαρο, ένα μικρό καλό δελφίνι θα περιμένει να τα πάρει. Κ’ ενώ τα χρυσόψαρα αρχίζουν το ταξίδι, πλέοντας μες στον αγέρα, ακούγεται πίσω τους η φωνή των σπαθιών, πάνω στο δελφίνι, που ικετεύουνε:
«Περιμένετε να ‘ρθουμε! Περιμένετε να ‘ρθουμε κ’ εμείς στη Ροδοπαπούδα!»
«Ελάτε!» τους λέει φιλικά το μικρό αγόρι απ’ το χρυσόψαρο. «Ελάτε και σας περιμένουμε!»
Το άλλο πρωί η Ανθίππη με ρωτά:
— Ποιόν περίμενες χτες τη νύχτα;
— Εγώ περίμενα κανέναν;
— Μα ναι, κάποιον φώναζες στον ύπνο σου να ‘ρθει.
Δε θυμούμαι πια τίποτα και της λέω πως θα ‘ταν όνειρο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Περιστατικά μιας πλημμύρας και του φοβερού ληστή που λεγόταν Λαζο-εφφές
Ο παππούς ήταν ένας μεγαλόσωμος άντρας, γεμάτος υγεία παρ’ όλα τα εβδομήντα του χρόνια, κ’ ήταν γενναία καρδιά. Όλη τη ζωή του την πέρασε στα Κιμιντένια, μια σκληρή ζωή, ίσαμε που ν’ αναστηθεί το υποστατικό. Ωστόσο απ’ τη δύσκολη εκείνη ζωή το μόνο σημάδι που έμεινε ήταν βαθιές χαρακιές στο πρόσωπο του, τίποτ’ άλλο. Στα γαλανά μάτια του βασίλευε παιδική αγαθότητα, και στα χείλια του, άμα γελούσε,
έλαμπε η καλοσύνη του κόσμου. Σ’ έναν πιστό κιαγιά είχε αναθέσει την κυβέρνηση του υποστατικού γι’ αυτό μπορούσε όλη τη μέρα να είναι ντυμένος με τ’ ακριβά τα ρούχα του από τσόχα, ραμμένα με την πιο αυστηρή παράδοση των Αϊβαλιωτών βρακάδων. Είχε μιαν απερίγραπτη ευαισθησία στο ντύσιμο του, και ποτές δε θυμούμαι να τον είδα αφρόντιστο όλα τα καλοκαίρια που ζούσαμε κ’ εμείς στο κτήμα. Δεν ήξερε διόλου γράμματα, γι’ αυτό τον βοηθούσε στους λογαριασμούς η πιστή του συντρόφισσα, η γιαγιά μου.