Διάβασε την ενότητα 29 στο βιβλίο ιστορίας, σ. 88-89 και απάντησε στο ερωτηματολόγιο
|
||||
25-04-2021 Διάβασε την ενότητα 29 στο βιβλίο ιστορίας, σ. 88-89 και απάντησε στο ερωτηματολόγιο
24-04-2021 Διαβάστε το κείμενο στις σ. 30-31, στο βιβλίο Γλώσσας, γ’ τεύχος και απαντήστε στο ερωτηματολόγιο 24-04-2021 Ανοίξτε το παρακάτω αρχείο και τυπώστε το. Το συμπληρώνετε, ξαναδιαβάζοντας το 32ο κεφάλαιο και μου στέλνετε τις απαντήσεις: 32ο κεφάλαιοΌσοι-ες δεν έχετε δυνατότητα εκτύπωσης, απαντήστε στο τετράδιο εργασιών (αφού γράψετε και τις ερωτήσεις).Και μετά μου το στέλνετε. Οι ερωτήσεις είναι:H TEΛEYTAIA MAYΡH ΓATA Κεφ.32, Απόδραση από την κόλαση
24-04-2021 Από την αρχή της φετινής σχολικής χρονιάς, κάθε Παρασκευή, διαβάζουμε την Τελευταία μαύρη γάτα του Ευγένιου Τριβιζά. Έχουμε ενθουσιαστεί και περιμένουμε με αγωνία την επόμενη Παρασκευή για να διαβάσουμε το επόμενο κεφάλαιο όλοι και όλες μαζί. Η ιστορία της τελευταίας μαύρης γάτας εξελίσσεται σε ένα μακρινό νησί όπου τα μέλη μιας μυστικής αδελφότητας προληπτικών πιστεύουν ότι οι μαύρες γάτες φέρνουν γρουσουζιά και αποφασίζουν να τις εξολοθρεύσουν. Σε λίγο έχουν σχεδόν επιτύχει τον σκοπό τους. Μόνο μια μαύρη γάτα έχει απομείνει ζωντανή. Τα μέλη της αδελφότητας είναι αποφασισμένα να τη βρουν και να την εξοντώσουν. Αλλά και η γάτα είναι αποφασισμένη να επιζήσει. Αυτή είναι η ιστορία ενός ανελέητου διωγμού, ενός απελπισμένου έρωτα, μιας πικρής προδοσίας – αυτή είναι η ιστορία της τελευταίας μαύρης γάτας. Μόνο που ο Τριβιζάς δεν δίνει όνομα στον τελευταίο μαύρο γατούλη. Έτσι λοιπόν, αποφασίσαμε να το κάνουμε εμείς. Να προτείνουμε μερικά ονόματα που θα μπορούσε να έχει ο αγαπημένος μας γάτος. Κάθε παιδί θα σκεφτεί ένα όνομα που θα ήθελε να έχει ο γάτος. Θα γράψει λοιπόν ποιο όνομα διάλεξε και για ποιο λόγο διάλεξε αυτό το όνομα. 21-04-2021 ΕΡΓΑΣΙΑ για το Στ1: Αφού διαβάσεις το κείμενο από το ανθολόγιο, συμπλήρωσε αυτό το ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ 20-04-2021 Η αλήθεια πως ήταν ο μεγαλύτερος της παρέας. Κάποιοι μας κάτω από τα είκοσι. Κάποιοι πιο πάνω. Αυτός σαρανταδυό! Από σεβασμό κι αγάπη τον εφωνάζαμε μπάρμπα, κι από ασυλλογισιά! Εγώ τότε νόμιζα πως χρειάζονταν τρεις αιώνες να φτάσω τα σαρανταδυό, που μου φαινότανε πολλά, πάρα πολλά χρόνια. Το ίδιο θα νομίζανε κι οι άλλοι και κάναμε μπάρμπα τον Δημήτρη τον Ντεμίρη, πριν την ώρα του, κι ας μας έλεγε στην αρχή «μα γιατί δεν με φωνάζετε σκέτα Τζίμη ή Δημήτρη;…» Βέβαια, εξόν[i] την ηλικία του, ήταν κι ο παλιότερος στην Αμερική. Εμείς οι άλλοι φρεσκοφερμένοι. Μυρίζαμε θυμάρι ακόμα, ξενάκια! Ξενάκια, και τόσο θέλαμε κάποιον, κάτι σαν πατέρα, σαν μεγάλο αδερφό, σαν θείο, και υιοθετήσαμε για κάτι τέτοιο τον μπαρμπα-Τζίμη, γιατί τον αγαπούσαμε. Όλοι μας τον αγαπούσαμε. Μα εγώ τον αγαπούσα απ’ όλους πιο πολύ! Ήταν γιατί μου φαινόταν ήρωας ο μπαρμπα-Τζίμης, που ήρθε στην Αμερική τον χρόνο που εγώ γεννήθηκα, κι όταν εγώ άρχισα να λέω ντα-ντα-ντα και μα-μα-μα, αυτός άρχισε να μιλάει τ’ αγγλικά και τώρα όποια λέξη ήθελες, την ήξερε! Κι ακόμα σπουδαιότερο κι ηρωικό μού φαινότανε που στον πόλεμο – στον πρώτο μεγάλο πόλεμο – αυτός ήταν με τον αμερικάνικο στρατό και λαβώθηκε[ii] στη Γαλλία και πήρε και παράσημα. Είδα και φωτογραφίες του με στολή αξιωματικού και γαλόνια. Κι ήταν κι Αμερικανός πολίτης και ψήφιζε ο μπαρμπα-Τζίμης, σαν ήτανε να βγάλουν πρόεδρο της Αμερικής, ψήφιζε! Όλ’ αυτά μου φαινόντανε τόσο σπουδαία τότε, τόσο ηρωικά…
«Μπαρμπα-Τζΐμη, το ξέρεις πως ακόμα δεν μας είπες την ιστορία, πώς τα πήρες τα γαλόνια και τα παράσημα, τότε που λαβώθηκες στη Γαλλία, στη Φλάντρα; Νιώθω τέτοια περηφάνια για σένα, μια τέτοια περηφάνια!…» Με κάρφωσε με τη ματιά του. «Νίτσα, παιδί μου, εγώ δεν είμαι της ηλικίας σου και δε νιώθω περηφάνια. Γιατί κατάλαβα πως ο πόλεμος δε λύνει κανένα πρόβλημα, και σαν τελειώνει, μαζί με τη φοβερή καταστροφή και την ορφάνια, αφήνει και τον σπόρο για νέο πόλεμο, μεγαλύτερο απ’ τον προηγούμενο. Ναι, δε νιώθω και τόση περηφάνια για κείνα τα παράσημά μου, μα έκαμα κι εγώ κάτι στη ζωή μου…» Και νομίσαμε πως θα ‘ταν καμιά ιστορία ηρωική για παλέματα με μπούφαλους και φίδια δέκα πήχες, εκεί στα δάση του Όρεγκον που έκοβε ξυλεία τα πρώτα χρόνια που ήρθε στην Αμερική, είτε με φάλαινες και μέδουσες στους πάγους της Αλάσκας, όπου δούλεψε ένα χρόνο με τα ψαράδικα ο μπαρμπα-Τζίμης. Πες μας, μπαρμπα-Τζίμη, πες μας αυτή την ιστορία σου!…»
«Ήταν μετά που γυρίσαμε απ’ τον πόλεμο. Η κατάσταση άσκημη, όπως πάντα μετά από κάθε πόλεμο. Έπιασα δουλειά δεύτερος μάγειρας. Την εποχή εκείνη στα ρέστοραν και τα ξενοδοχεία δουλεύαμε δώδεκα ώρες την ημέρα, κι εφτά μέρες τη βδομάδα. Αν δε δούλεψες στην Αμερική, μέσα σε κουζίνα, δώδεκα ώρες την ημέρα κι εφτά μέρες τη βδομάδα, τότε τι θα πει κόλαση δεν έχεις ιδέα. Φεύγει πάνωθέ σου κάθε ζωή και νιώθεις φορτίο το κορμί σου. Και σαν σκολάσεις, πού να κοιμηθείς απ’ τα ταραγμένα νεύρα. Ακούς ακόμα τον σερβιτόρο να ξεφωνίζει τις παραγγελίες, μαλώνεις με τον πιατά, τον σαλατά, τον παραμάγερα! Οι πελάτες στέλνουν πίσω τις παραγγελίες — πολύ ωμή η μπριζόλα, πολύ ξεροψημένο το μπιφτέκι! — και, προτού ξεκουραστείς, στριγκλίζει το ξυπνητήρι! Όταν, κάποιος δικός μας, που δούλευε αυτός σ’ αμερικάνικο ρέστοραν μονάχα οχτώ ώρες την ημέρα κι έξι μέρες τη βδομάδα κι έπαιρνε μισθό μεγαλύτερο απ’ τον δικό μας, σκορπάει ένα ευαγγέλιο! – Δεν μας τα δώσανε, παλέψαμε και τα πήραμε! Να οργανωθείτε κι εσείς στα γρεκικά[iii] μαγαζιά και ν’ απαιτήσετε να δουλεύετε σαν άνθρωποι! Τότες εγώ — αρχές του είκοσι[iv] — δούλευα σ’ εκείνο το μεγάλο ρέστοραν, αντίκρυ στο δημαρχείο, που το ‘χε ένας συγχωριανός μου. Δεν δέχτηκε μήτε να το ακούσει. – Είστε στα καλά σας; Οχτάωρο κι έξι μέρες τη βδομάδα και μισθό μεγαλύτερο!… Μα δε θα ‘στε καλά! Αποφασίσαμε ν’ απεργήσουμε. Μεσημέρι αρχίσαμε. Και πάνω στη μεγάλη φούρια, που πέφτανε απ’ το δημαρχείο οι υπάλληλοι κι ήταν κάργα το μαγαζί — δώδεκα και τέταρτο ακριβώς – μαγέροι, πιατάδες, σερβιτόροι, σαλατάδες, τηγανάδες, πετάμε όλοι τις ποδιές! – Αμάν, βρε παιδιά!… να με καταστρέψετε γυρεύετε, εμένα, τον συμπατριώτη σας, που σας έδωσα δουλειά να ζήσετε; Βρε Δημήτρη, καίγονται τα κρέατα! Αμαρτία μεγάλη, Δημήτρη!… – Κι εγώ που καίγομαι πάνω απ’ τις σκάρες και τα τηγάνια, δώδεκα ώρες την ημέρα, δεν είναι αμαρτία, αφεντικό; Υπόγραψε αμέσως. Μια ώρα μονάχα βάσταξε η απεργία στο μαγαζί αυτό. Και γίναμε φίλοι ύστερα και μας έλεγε πως τα κέρδη του δεν πέσανε κι ας δουλεύαμε λιγότερες ώρες κι ας πλήρωνε και μεγαλύτερα μισθά τώρα, κι απορούσε. Μα βέβαια. Τώρα αναπαυόντανε τα κορμιά μας και δουλεύαμε και με κέφι, με καρδιά, και βγάζαμε περσότερη και καλύτερη δουλειά.
Όμως ήταν και μαγαζιά που δε δέχτηκαν τα αιτήματα και βάσταξε σε μερικά εφτά μήνες η απεργία! Να βρίσκεσαι σ’ απεργία εφτά μήνες δεν είναι εύκολο!… Όσοι δουλεύαμε σε μαγαζιά που υπόγραψαν, συντηρούσαμε τους απεργούς κι είχαμε και περισσευάμενη ώρα να ‘μαστε δίπλα τους να τους δίνουμε θάρρος. Μα είχαν πια χάσει το ηθικό τους κι ήταν έτοιμοι να υποταχτούν, όταν σκεφτήκαμε ν’ αποταθούμε[v] στην πελατεία και σοφιστήκαμε να πάρουμε ένα πουλάρι, να το φορτώσουμε δυο πελώριες ταμπέλες με γράμματα ένα μπόι[vi] μεγάλα, αγγλικά, που έλεγαν: Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΔΟΥΛΕΥΕΙ 8 ΩΡΕΣ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ. Το πήραμε απ’ το καπίστρι και πήγαμε μπρος σε κείνο το μεγάλο, το αριστοκρατικό ρέστοραν, στο Μάρκετ στρητ, και κόβαμε βόλτες μπρος στην πόρτα. Αν υπόγραφε αυτό, τότε θα υπογράφανε και τ’ άλλα μαγαζιά, τα μικρά και θα κερδιζόταν η απεργία. Ήταν το πιο κεντρικό σημείο της πόλης! Σε λίγο μαζεύτηκε μεγάλο πλήθος. Πελάτης δεν μπαίνει στο μαγαζί. Κι ο ρεστοραντιέρης βλέπει από μέσα κατατρομαγμένος και καταλαβαίνει πως για να διαλυθεί το πλήθος πρέπει να υπογράψει! Υπόγραψε κι ακολούθησαν και τα μικρά αμέσως και γιορτάστηκε η νίκη μας μεγαλόπρεπα, μα ‘γω δεν πήρα μέρος, γιατί βρισκόμουν στο νοσοκομείο. Με παραφύλαξαν και με σακάτεψαν στο ξύλο, επειδή εγώ μίλησα και κατάφερα τον σέριφ[vii] να δώσει άδεια να περιφέρουμε το πουλάρι στο Μάρκετ στρητ. Και ξεκούμπωσε το πουκάμισό του και μας έδειξε ο μπαρμπα-Τζίμης μια ουλή στο σβέρκο του με περηφάνια! «Να, τότε πήρα κι αυτό εδώ». Και θαρρείς πως μας έδειχνε κανα παράσημο! «Νίτσα, παιδί μου, νιώθω περηφάνια γιατί, όταν το κάλεσε η στιγμή, έκανα το χρέος μου απέναντι στους συναδέλφους μου και βοήθησα να γίνει ευκολότερη και καλύτερη η ζωή μας, κι αυτό είναι σαν να ‘βαλα κι εγώ ένα λιθαράκι στο χτίσιμο καλύτερης κοινωνίας!… Αν χάναμε τότε εκείνη την απεργία, ποιος ξέρει πόσα χρόνια θα περνούσαν όσο να ξαναβρούμε κουράγιο να ξαναπολεμήσουμε για τα δίκια μας!.. Και γίναμε και παράδειγμα! Αμέσως σηκώθηκαν κι απαιτούσαν οχτάωρο και στ’ άλλα μέρη της Αμερικής οι γρεκοί μαγεροσερβιτόροι! Στο Λος Άντζελες, στο Σικάγο, στη Νέα Υόρκη!.. Κι έτσι τώρα έχουμε καιρό να λιαστούμε και μεις μια φορά τη βδομάδα και να δούμε και τις ομορφιές της φύσης. Έχουμε και ώρα, και το έξοδο, για ένα κονσέρτο, ένα θέατρο, ένα βιβλίο, ένα περιοδικό!.. Κι όλ’ αυτά δίνουν χαρά στον άνθρωπο, και τον κάνουν και καλύτερο, και καλυτερεύει η κοινωνία, καλυτερεύει η ζωή!.. Έχουμε τώρα και μια πεντάρα παραπάνου να στείλουμε στους δικούς μας, κι έχουμε και περισσότερη ώρα για ένα γράμμα στη μάνα μας που το καρτερεί να χαρεί κι αυτή!.. Και ωφελήθηκες και συ, Νίτσα! Πού θα βρίσκαμε καιρό να σε πηγαίναμε να δεις τους κάμπους και τ` ακρογιάλια της Καλιφόρνιας άμα δουλεύαμε ακόμα όπως κείνο τον καιρό… Κατάλαβες, Νίτσα, γιατί νιώθω περηφάνια για ό,τι έκαμα τότε;…» Κατάλαβα, κατάλαβα, είπα, αλλά μέσα μου έλεγα, «κοτζάμ αξιωματικός κι έκατσε και τονε δείρανε και το λέει και δίχως ντροπή!» Μα να τον αντάμωνα σήμερα θα του ‘λεγα: «Ναι μπαρμπα-Τζίμη, καταλαβαίνω τώρα, καταλαβαίνω, και είμαι πολύ υπερήφανη που κάποτε σε γνώρισα»! Έτσι θα του ‘λεγα! Μα μπορεί και να μη ζει τώρα, μπορεί να ‘κλεισε πια τα μάτια του τα θλιμμένα!.. Και θα τόνε βάλανε στης ξένης γης την αγκαλιά, άκλαυτον κι αμοιρολόγητο, όπως τόσους άκλαυτους κι αμοιρολόγητους σκέπασε τούτο το χώμα της ξενιτιάς!..
Θεανώ Παπάζογλου-Μάργαρη ΓΛΩΣΣΑ Ε΄ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ, Β΄ ΜΕΡΟΣ, (το προηγούμενο βιβλίο γλώσσας) [i] εξόν: εκτός [ii] λαβώθηκε: τραυματίστηκε [iii] γρεκικά: ελληνικά [iv] ενν. 1920 [v] ν’ αποταθούμε: να απευθυνθούμε [vi] ένα μπόι μεγάλα: μεγάλα, όσο το ύψος ενός ανθρώπου [vii] σέριφ: αστυνόμος, σερίφης
Δραστηριότητες-ερωτήσειςΑνοίξτε το παρακάτω αρχείο και τυπώστε το. Το συμπληρώνετε, ξαναδιαβάζοντας το παραπάνω κείμενο και μου στέλνετε τις απαντήσεις: Ένα-δάκρυ-για-τον-μπαρμπα-Τζίμη-δραστηριότητεςΌσοι-ες δεν έχετε δυνατότητα εκτύπωσης, απαντήστε στο τετράδιο εργασιών (αφού γράψετε και τις ερωτήσεις). Και μετά μου το στέλνετε. Οι ερωτήσεις είναι:1.Πού διαδραματίζεται το αφήγημα; Ποια είναι τα κύρια πρόσωπα που αναφέρονται; Ποιος διηγείται;2.Ποια ήταν η σχέση της Νίτσας με τον μπαρμπα – Τζίμη;3.Γιατί ο μπαρμπα-Τζίμης δεν ήταν περήφανος για τα παράσημά του; Σε ποιον πόλεμο νομίζετε ότι τα πήρε;4.Στο κείμενο αυτό υπάρχει μια ιστορία μέσα στην ιστορία. Σημειώστε πού αρχίζει και πού τελειώνει η ιστορία μέσα στην ιστορία! 5.Τι δουλειά έκανε και πού, ο μπαρμπα-Τζίμης όταν γύρισε από τον πόλεμο; Τι πρόβλημα αντιμετώπιζαν αυτός και οι συνάδελφοί του; 6.Ήταν ίδια η κατάσταση όσων δούλευαν στα αμερικάνικα εστιατόρια; Γιατί; 7.Τι έκαναν για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους ο μπαρμπα-Τζίμης και οι συνάδελφοί του; Είχε αποτέλεσμα αυτό που έκαναν; 8.«Βοήθησε να γίνει ευκολότερη και καλύτερη η ζωή μας» Ποια στοιχεία μέσα στο κείμενο αποδεικνύουν ότι ήταν καλύτερη η ζωή τους μετά την απεργία; 20-04-2021
Πρωτομαγιά των λουλουδιώνΓνωστός στους διάφορους πολιτισμούς με διαφορετικά ονόματα, ο Μάιος ονομάστηκε έτσι από τη ρωμαϊκή θεότητα Maja (Μάγια) της οποίας το όνομα προήλθε με τη σειρά του από την ελληνική λέξη Μαία, τροφός και μητέρα. Η Μάγια ταυτίστηκε και με την Ατλαντίδα νύμφη Μαία, μητέρα του Ερμή στον οποίο και αφιερώθηκε ο μήνας. Ήδη από τους Ρωμαίους, η αρχή του μήνα σηματοδοτούνταν από τον εορτασμό της Αγαθής Θεάς ενώ σε όλη τη διάρκειά του τελούνταν γιορτές συνδεδεμένες με την ευφορία των αγρών. Η φυσιογνωμία του Μαΐου στη λαϊκή αντίληψη έχει δυο σημασίες: συνυπάρχει σ αυτήν το καλό και το κακό, η αναγέννηση και ο θάνατος. Όλες αυτές οι ιδιότητες συγκλίνουν και συγκεντρώνονται στην πρώτη του μέρα, την Πρωτομαγιά. Ο εθιμικός εορτασμός της ως της τελικής νίκης του καλοκαιριού κατά του χειμώνα και της επικράτησης της ζωής επί του θανάτου έχει μακρότατη παράδοση με ρίζες που ανάγονται σε προχριστιανικές αγροτικές λατρευτικές τελετές που αποσκοπούσαν στη γονιμότητα των αγρών και, κατ’ επέκταση, και των ζώων και των ανθρώπων. Αργότερα, η αρχική αυτή έννοια χάθηκε και τα έθιμα επιβίωσαν απλώς ως λαϊκές γιορτές στις οποίες συμπεριλαμβάνονται περιφορά δέντρων, πράσινων κλαδιών ή στεφάνων με λουλούδια, ανακήρυξη του βασιλιά ή της βασίλισσας του Μάη, χορός γύρω από ένα δέντρο ή ένα στολισμένο κοντάρι-γαϊτανάκι. Πρόκειται για μια από τις ελάχιστες γιορτές χωρίς θρησκευτικό περιεχόμενο που έχουν διατηρηθεί ως τις μέρες μας με εκδηλώσεις που απαντώνται στον λαϊκό πολιτισμό πολλών ευρωπαϊκών λαών. Σε χωριά της Γερμανίας π.χ. την 1η Μαΐου ένα κλαδί στολισμένο με ταινίες τοποθετείται στην κεντρική πλατεία και γύρω του στήνονται ξέφρενοι χοροί. Ακόμη εκλέγουν το πιο όμορφο κορίτσι του χωριού ως βασίλισσα του Μαΐου το οποίο ντύνουν με κάτασπρο φόρεμα. Στην αρχαία Ελλάδα Οι αρχαίοι Έλληνες, ως φλογεροί φυσιολάτρες, γιόρταζαν το άνοιγμα των λουλουδιών και το φτάσιμο της άνοιξης. Aπό τα αρχαιότερα χρόνια του πολιτισμού τους, που έφθασε στην Eλλάδα από τη Θράκη το ρόδο, μαζί με τις Oρφικές διδασκαλίες, το άνθος αυτό έγινε σύμβολο και υμνήθηκε ως η νύμφη των ανθέων. H γιορτή, όμως, της άνοιξης, η αρχαία Πρωτομαγιά, πήρε σιγά-σιγά κι επίσημη μορφή. Aπό τις παλαιότερες γιορτές, δημιουργήθηκαν τα Aνθεστήρια, η γιορτή των λουλουδιών. Aυτή ήταν η πρώτη επίσημη γιορτή ανθέων των Eλλήνων. Iδρύθηκε πρώτα στην Aθήνα, όπου με μεγαλοπρέπεια βάδιζαν προς τα ιερά πομπές με κανηφόρες, που έφερναν άνθη. Έπειτα τα Aνθεστήρια διαδόθηκαν και σ άλλες πόλεις της Eλλάδος και πήραν πανελλήνια μορφή. «Τα έθιμα της πρωτομαγιάς» Κεντρικός πυρήνας του εορτασμού της Πρωτομαγιάς σε όλους τους πολιτισμούς ήταν η ανθρώπινη χαρά για την άνοιξη, η αυθόρμητη λατρεία της βλάστησης. Τόπος εορτασμού λοιπόν ήταν η εξοχή, όπου συνηθιζόταν κυλίσματα στη χλόη, πλύσιμο του προσώπου με μαγιάτικη δροσιά, χτύπημα του σώματος με χλωρά κλαριά κ.λ.π Απότοκο των δοξασιών αυτών είναι το μαγιάτικο στεφάνι στην πόρτα των σπιτιών από διάφορα άνθη και καρπούς. Η αναγέννηση της φύσης στον ελληνικό λαϊκό βίο συμβολιζόταν με διάφορα έθιμα: το Μαγιόξυλο στην Κέρκυρα (κορμός τρυφερού κυπαρισσιού στολισμένος με άνθη και ένα στεφάνι περιφερόταν από νέους στους δρόμους της πόλης), το Μαγιόπουλο στο Βόλο (παιδί που ενσάρκωνε το Μάη, στολισμένο με λουλούδια, συνοδευόταν στην περιπλάνησή του στους δρόμους από χορό προσωπιδοφόρων που τραγουδούσε μαγιάτικα τραγούδια), τη Ναύπακτο (όπου το παιδί συνόδευαν γέροι φουστανελάδες) και την Αγόριανη, την «Πιπεριά» στην Εύβοια (ένας άνδρας ντυμένος με λουλούδια και κλαδιά ελιάς, καρυδιάς και άλλων δέντρων συμβόλιζε τη δύναμη της βλάστησης και βρεχόταν με νερό σε κάθε σπίτι από αυτά που επισκεπτόταν για να τραγουδήσει με τη συνοδεία άλλων πέντε-έξι συντρόφων του), τον «Ζαφείρη» στο Ζαγόρι της Ηπείρου (ένα παιδί προσποιούνταν το νεκρό ξαπλωμένο στο χλωρό χορτάρι για να το ράνουν με λουλούδια τα νεαρά κορίτσια μέχρι ότου το καλέσουν να αναστηθεί και να τρέξουν όλοι μαζί τραγουδώντας στα χωράφια), το «Φουσκοδέντρι» στην Καστανιά Στυμφαλίας, αναγόμενα όλα στα Αδώνια των αρχαίων. Πολλές δοξασίες και προλήψεις σχετικές με τα μάγια, συνδέονταν στην παράδοση του λαού με τον Μάιο και τη βλαπτική του ιδιότητα. Το γεγονός έχει την εξήγησή του στο ότι κατά τα ρωμαϊκά χρόνια τελούνταν γιορτές προς τιμήν των νεκρών. Οι νεκροί και οι ψυχές τους γύριζαν ελεύθερες πάνω στη γη από τη νύκτα της Ανάστασης του Χριστού ως τη μέρα της Πεντηκοστής. Είναι λοιπόν ο μήνας των νεκρών και οι θνητοί δεν πρέπει να κάνουν κάτι που θα τους προσβάλλει. Η επιφυλακτικότητα αυτή έφερε τη συνήθεια σε πολλά μέρη να μη γίνονται γάμοι αυτό τον μήνα αλλά και να λαμβάνονται μια σειρά μέτρων για να μην πιάσουν τα μάγια. Πρωτομαγιά στην Αθήνα H Aθήνα του 19ου αιώνα γιόρταζε το Mάη χαρούμενα μέσα στους κήπους και στα λουλούδια. Όταν η πόλη ήταν ακόμα μικρή, ο γιορτασμός αυτός είχε μια ομορφιά γοητευτική. Έτρεχαν όλοι προς τους ανθόκηπους, που ήσαν στα βορεινά της πόλης. Eκεί πέρα: «στα Πατήσια, στα Πατήσια, όπου πάει ο δρόμος ίσια»… Γιατί στα Πατήσια τότε ήσαν οι μεγάλοι ανθόκηποι. Eκεί έμπαινε ο κόσμος κι έκοβε άνθη ανεμπόδιστα. Τα τελευταία σπίτια των Αθηνών έφταναν στην πλατεία Αμερικής, ενώ στις δύο πλευρές της λεωφόρου υπήρχαν κέντρα, τα «εξοχικά» όπου οι Αθηναίοι ικανοποιούσαν την πείνα της εξοχής υπό τους ήχους καντάδων. Για αυτές τις πρωτομαγιάτικες εκδρομές στα Πατήσια ο Γ. Σουρής έγραφε στα 1878: «Καλώς τονε τον Μάη με τους γλυκούς ζεφύρους, Μόλις τρελέ μου Μάη, η μούρη σου προβάλλει
Πρωτομαγιά των εργατώνΗ πρώτη του Μάη πήρε μέσα από τη διεθνή ιστορική συγκυρία και μια άλλη διάσταση, έντονα κοινωνική και συνδέθηκε με τους εργατικούς και συνδικαλιστικούς αγώνες. Οι συντεχνίες και οι εργαζόμενοι είχαν στη διάρκεια των αιώνων κάποιες μέρες εορτασμού και προώθησης των αιτημάτων τους στην τοπική κοινωνία. Στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης μια μέρα του Σεπτεμβρίου ήταν αυτή που αναγόταν σε εργατική αργία.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1790, η 4η Ιουλίου, ημέρα της Ανεξαρτησίας γιορταζόταν από τους εργαζόμενους, κυρίως από τα πρώτα συνδικάτα που έθεταν την ίδια εποχή το πρώτο εργατικό αίτημα, αυτό του δεκαώρου εργασίας. Την Πρωτομαγιά του 1886 το Ευγενές Τάγμα των Ιπποτών Εργασίας (The Noble Order of the Knights of Labor), ένα κίνημα στις Η.Π.Α. που επεδίωκε να οργανώσει την παροχή και διανομή αγαθών σε συνεταιριστική βάση και αριθμούσε 700.000 μέλη, κήρυξε γενική απεργία σε συνεργασία με άλλες μικρότερες εργατικές ενώσεις της χώρας, μεταξύ των οποίων και η Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας. Με βασικό αίτημα το οκτάωρο εργασίας -το κεντρικό σύνθημα «8 ώρες εργασία, 8 ώρες ανάπαυση και μόρφωση, 8 ώρες ύπνος» η απεργία κινητοποίησε περί τις 100.000 απεργούς στο Σικάγο κυρίως και συνδυάστηκε με υπαίθριες διαδηλώσεις, συμπλοκές με την Αστυνομία, θύματα και συλλήψεις. Η Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας από τη χρονιά εκείνη και το 1892 πολλαπλασίασε τον αριθμό των μελών της και μέσω απεργιακών κινητοποιήσεων πέτυχε τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας στις οποίες εμπεριέχονταν και ρήτρες για τη διασφάλιση του οκταώρου.
Οι εξελίξεις αυτές στην άλλη άκρη του Ατλαντικού είχαν εντυπωσιάσει τους Ευρωπαίους ηγέτες εργατικών κινημάτων ώστε, να καθιερωθεί η εργατική Πρωτομαγιά από την επόμενη χρονιά για την προβολή των εργατικών διεκδικήσεων και βασικό αίτημα το οκτάωρο καθημερινής εργασίας. Στους εορτασμούς που ακολούθησαν προβλήθηκαν επίσης αιτήματα σχετικά με την απαγόρευση της παιδικής εργασίας, τη χειραφέτηση της γυναίκας, αντιρατσιστικά, αλλά και φιλειρηνικά, κατά των πολέμων και των εξοπλισμών κλπ. Από τη δεύτερη χρονιά καθιέρωσης του εορτασμού, το 1891, καταγράφεται η μεγάλη απεργία των υφαντουργών στη Γαλλία και τα πρώτα θύματα μεταξύ των απεργών στη διάρκεια ταραχών που επακολούθησαν. Οι Πρωτομαγιές των Ελλήνων εργατών Το 1892 στο χώρο του Σταδίου ο Σταύρος Καλλέργης οργάνωσε την πρώτη πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση στην Ελλάδα. Η συγκέντρωση είχε περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα καθώς συμμετείχαν σ’ αυτή 30 φίλοι του. Το 1893 όμως 2.000 άτομα συμμετείχαν στην Πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση με αιτήματα: Κυριακή αργία, οχτάωρο, κρατική ασφάλιση στους «παθόντες εν τη εργασία». Το 1894 στο Στάδιο μια ογκώδης συγκέντρωση διεκδικεί τα παραπάνω αιτήματα. Το 1936 ο Μάης βρίσκει τους εργάτες της Θεσσαλονίκης ξεσηκωμένους. Μετά από μια σειρά κινητοποιήσεων που αρχίζουν από τον Φλεβάρη, στις 4 Μάη 5.000 καπνεργάτες ξεκινούν πορεία στο κέντρο της πόλης. Στη διαδρομή γίνονται 10.000 και τα καταστήματα κλείνουν σε ένδειξη συμπαράστασης. Στις 8 Μάη γίνεται καθολική απεργία στη Θεσσαλονίκη, που εξαπλώνεται σε Ξάνθη, Αγρίνιο, Κομοτηνή, Σέρρες, Ελευσίνα. Στις 9 Μάη, ημέρα Σάββατο, 50.000 λαού διαδηλώνει. Κάτω από τα γραφεία των αυτοκινητιστών η αστυνομία σκοτώνει τον εργάτη Τάσο Τούση. Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, εμπνεύστηκε από τη δολοφονία του εργάτη και από τη συγκλονιστική φωτογραφία που έδειχνε τη μητέρα του γονατιστή να κλαίει πάνω από το νεκρό γιό της και γράφει το ποίημα «Επιτάφιος». Το 1944 η μέρα της Πρωτομαγιάς λαμβάνει μια άλλη διάσταση για την Ελλάδα : οι γερμανικές αρχές Κατοχής εκτελούν στο σκοπευτήριο της Καισαριανής 200 πατριώτες για την αντιστασιακή τους δράση.
19-04-2021 Τύπωσε και συμπλήρωσε το παρακάτω φυλλάδιο: Υποθετικός λόγος Αν δεν έχεις εκτυπωτή, γράψε στο τετράδιό σου τις απαντήσεις: Υποθετικός λόγοςΑν κάνει καλό καιρό, θα πάμε εκδρομή. Υπόθεση: Αν κάνει καλό καιρό (δευτερεύουσα πρόταση) Απόδοση: θα πάμε εκδρομή (κύρια πρόταση)
Θέλεις να παίξουμε μπάλα. Να έρθεις στο γήπεδο . _________________________________________________________
Θα πάρεις καλούς βαθμούς . Θα σου πάρω ότι δώρο θέλεις. _________________________________________________________
Θα συναντήσουν τον Περικλή . Θα ταξιδέψουν στην αρχαία Αθήνα . _________________________________________________________
Αν με χρειαστείς,……………………………………………………………………………………………………….
Θα σου τηλεφωνήσω,………………………………………………………………………………………………
Αν τελειώσω τα μαθήματά μου, ………………………………………………………………………………..
Ο κόσμος θα ήταν καλύτερος, ……………………………………………………………………………… 19-04-2021 |