Ρήμα σε –ώ (προστακτική) | Ρήμα σε –ούμαι (οριστική / υποτακτική) |
αμφισβητώ: Αμφισβητήστε τα πάντα. | αμφισβητούμαι: Αμφισβητείστε από τους φίλους σας; |
απασχολώ: Απασχολήστε τα παιδιά δημιουργικά. | ασχολούμαι: Μην ασχολείστε με λεπτομέρειες. |
απειλώ: Απειλήστε ότι δεν θα τους ξαναμιλήσετε. | απειλούμαι: Νιώθετε ότι απειλείστε; |
ασκώ: Ασκήστε τους μυς σας. | ασκούμαι: Πρέπει να ασκείστε τακτικά. |
διατηρώ: Διατηρήστε τη σιλουέτα σας. | διατηρούμαι: Μα πώς διατηρείστε τόσο νέα; |
αιτιολογώ: Αιτιολογήστε την απάντησή σας. | δικαιολογούμαι: Δεν δικαιολογείστε να κάνετε τέτοια λάθη. |
γελοιοποιώ: Γελοιοποιήστε τους αντιπάλους σας. | γελοιοποιούμαι: Γελοιοποιείστε με τα καμώματά σας. |
εξαντλώ: Εξαντλήστε την επιείκειά σας. | εξαντλούμαι: Μην εξαντλείστε σε άκαρπες προσπάθειες. |
εξυπηρετώ: Εξυπηρετήστε την κυρία πρώτα. | εξυπηρετούμαι: Εξυπηρετείστε; |
θεωρώ: Θεωρήστε τον εαυτό σας τυχερό. | θεωρούμαι: Θεωρείστε ένας από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες. |
ικανοποιώ: Ικανοποιήστε τις επιθυμίες σας. | ικανοποιούμαι: Ικανοποιείστε εύκολα; |
κινώ: Κινήστε τις διαδικασίες. | κινούμαι: Με τι μέσο κινείστε στην πόλη; |
κρατώ: Κρατήστε την αναπνοή σας. | κρατούμαι: Κρατείστε ως ύποπτος φόνου. (Αλλά: Καλά κρατιέστε.) |
νομιμοποιώ: Νομιμοποιήστε τα αυθαίρετα. | νομιμοποιούμαι: Δεν νομιμοποιείστε να παρεμβαίνετε. |
παρακολουθώ: Παρακολουθήστε τον αγώνα στη ΝΕΤ. | παρακολουθούμαι: Το ξέρετε ότι παρακολουθείστε; |
παρατώ: Παρατήστε τις μεμψιμοιρίες. | παραιτούμαι: Παραιτείστε έτσι εύκολα; |
πληροφορώ: Πληροφορήστε τους για τις αλλαγές. | πληροφορούμαι: Πληροφορείστε ότι η αίτησή σας έγινε δεκτή. |
προπονώ: Προπονήστε τους παίκτες στις πάσες. | προπονούμαι: Προπονείστε για το μαραθώνιο; |
στερώ: Στερήστε τους την ευκαιρία. | στερούμαι: Στερείστε σοβαρότητας. |
συγκινώ: Συγκινήστε την με μια ανθοδέσμη. | συγκινούμαι: Συγκινείστε εύκολα; |
συγχωρώ: Συγχωρήστε με. Συγχωρήστε την άγνοιά μου. | συγχωρούμαι: Δεν συγχωρείστε να μη γνωρίζετε τη διαφορά. |
συνταξιοδοτώ: Συνταξιοδοτήστε τις πολύτεκνες μητέρες. | συνταξιοδοτούμαι: Από ποιο ταμείο συνταξιοδοτείστε; |
ταλαιπωρώ: Αν σας ταλαιπωρούν, ταλαιπωρήστε τους κι εσείς. | ταλαιπωρούμαι: Ταλαιπωρείστε χωρίς λόγο. |
τιμωρώ: Τιμωρήστε τους ενόχους. | τιμωρούμαι: Τιμωρείστε για τις αμαρτίες σας. |
τοποθετώ: Τοποθετήστε τα πιάτα στο ράφι. | τοποθετούμαι: Πώς τοποθετείστε σ’ αυτό το θέμα; |
φιλοξενώ: Φιλοξενήστε μας για λίγο. | φιλοξενούμαι: Φιλοξενείστε κάπου; |
φορολογώ: Φορολογήστε τους πλούσιους. | φορολογούμαι: Φορολογείστε στην Ελλάδα; |
Βυθίστε το Βίσμαρκ!
Για να μην ξεχνιόμαστε, υπάρχουν κι άλλα ρήματα που τελειώνουν σε [íste], κυρίως τα ρήματα σε –ίζω. (Προχωρήστε, αλλά χωρίστε.) Αυτά στην προστακτική του αορίστου λήγουν σε –ίστε:
τηγανίστε, χρωματίστε, λυγίστε, εξασφαλίστε, αντικρίστε, καθίστε, θυμίστε κ.ο.κ.
Με διαφορετικό τρόπο γράφεται το [íste] όταν διαφορετικό είναι το φωνήεν της ρίζας. Έτσι:
κλείνω – κλείστε, αποκλείω – αποκλείστε, δανείζω – δανείστε, πείθω – πείστε
αναλύω κ.λπ. – αναλύστε, απολύστε, διαλύστε, ενισχύστε, επενδύστε, ιδρύστε, καταλύστε, προσελκύστε
λύνω κ.λπ. – λύστε, γδύστε, ντύστε, φτύστε
δακρύζω – δακρύστε
μεθάω (χρόνοι από μεθύω) – μεθύστε
αθροίζω – αθροίστε