Από τα τέλη του 18ου αιώνα και κυρίως τον 19ο αιώνα, η βιομηχανία θα αναπτυχθεί αρχικά στη Βρετανία και μετέπειτα στις υπόλοιπες χώρες της δυτικής Ευρώπης. Η περίοδος αυτή ονομάζεται Βιομηχανική Επανάσταση και άλλαξε ριζικά τις οικονομίες των περισσότερων χωρών προκαλώντας σημαντικές αλλαγές στις επικοινωνίες και στις μεταφορές. Κύρια γνωρίσματα της Βιομηχανικής Επανάστασης ήταν η εκτεταμένη χρήση μηχανών που περιόριζαν την ανθρώπινη εργασία αυξάνοντας την παραγωγή και μειώνοντας το κόστος των προϊόντων, η αξιοποίηση νέων μορφών ενέργειας (π.χ. ηλεκτρική ενέργεια), η ανάπτυξη νέων μέσων μεταφοράς όπως ο σιδηρόδρομος.
Μέχρι και το τέλος του 18ου αιώνα οι περισσότεροι άνθρωποι ασχολούνταν με την αγροτική οικονομία και ζούσαν σε μικρούς οικισμούς και κωμοπόλεις. Με τη Βιομηχανική Επανάσταση, οι άνθρωποι συγκεντρώνονται σε μεγάλες πόλεις και εργάζονται σε μεγάλα εργοστάσια. Έτσι στα μέσα του 19ου αιώνα το Παρίσι έχει 1 εκατομμύριο κατοίκους και το Λονδίνο πάνω από 2 εκατομμύρια.
Οι περισσότερες πόλεις δεν ήταν έτοιμες να δεχτούν τόσους εργάτες και δεν υπήρχαν δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης. Συχνά ξεσπούσαν επιδημίες, όπως της φυματίωσης και της χολέρας.
Οι ανακαλύψεις στις επιστήμες εφαρμόζονται στην παραγωγή νέων προϊόντων, ενώ από τα μέσα του 19ου αιώνα αρχίζει να αξιοποιείται και η ηλεκτρική ενέργεια. Κατασκευάζονται μεγάλα πλοία και γίνονται ασφαλή τα υπερατλαντικά ταξίδια. Αντίστοιχα στη στεριά ο σιδηρόδρομος μεταφέρει ανθρώπους και εμπορεύματα μεταξύ απομακρυσμένων μεταξύ τους περιοχών. Ενώ συνέβαιναν τα παραπάνω, η επανάσταση των μέσων μετάδοσης ήχου σε μεγάλες αποστάσεις (ηλεκτρικός τηλέγραφος, τηλέφωνο, ασύρματος τηλέγραφος), που είχε ξεκινήσει από το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, συνεχιζόταν κάνοντας ευκολότερη την επικοινωνία των ανθρώπων μεταξύ τους.
Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν προκάλεσε ωστόσο μόνο σημαντικές οικονομικές και τεχνολογικές αλλαγές, άλλαξε ριζικά τις κοινωνίες και δημιούργησε νέες κοινωνικές αντιθέσεις. Πρωταγωνιστές της Βιομηχανικής Επανάστασης είναι οι αστοί ή καπιταλιστές που έχουν στην ιδιοκτησία τους τα εργοστάσια. Συγκεντρώνουν δύναμη και πλούτο και κυριαρχούν σταδιακά στα περισσότερα κράτη της δυτικής Ευρώπης και της βόρειας Αμερικής βάζοντας στο περιθώριο την τάξη των ευγενών (για τους ευγενείς και τους αστούς δες την αναφορά για τις τρεις κοινωνικές τάξεις, στην ενότητα Αμερικανική και Γαλλική Επανάσταση).
Από την άλλη μεριά, μια νέα κοινωνική ομάδα δημιουργείται από τη Βιομηχανική Επανάσταση, οι εργάτες και οι εργάτριες που δουλεύουν στα εργαστήρια και τις μεγάλες βιομηχανίες. Η ζωή τους είναι πολύ δύσκολη, ιδιαίτερα στα πρώτα χρόνια της Βιομηχανικής Επανάστασης. Ζουν μόνο από το μεροκάματό τους που είναι ιδιαίτερα χαμηλό, συγκεντρώνονται στις μεγάλες πόλεις όπου οι συνθήκες υγιεινής είναι ανύπαρκτες, ενώ εργάζονται 12 με 16 ώρες την ημέρα. Ζούσαν συνήθως, στριμωγμένοι πολλοί μαζί, σε μικρά και ανθυγιεινά σπίτια και πέθαιναν νέοι. Το 1827 ο μέσος όρος ζωής των εργατών της γαλλικής βιομηχανικής πόλης Μιλούζ ήταν τα 27 χρόνια!
Η παιδική εργασία είναι ένα άλλο τυπικό χαρακτηριστικό της Βιομηχανικής Επανάστασης, όπου χιλιάδες παιδιά εργάζονται με εξαντλητικό τρόπο στα εργοστάσια. Τέλος, εκατομμύρια άνθρωποι που τις προηγούμενες δεκαετίες εργάζονταν στα χωράφια αναγκάζονται να ξεριζωθούν από τον τόπο τους και να γίνουν μετανάστες στην Αμερική ή στην Αυστραλία.
Σταδιακά, οι εργάτες προκειμένου να βελτιωθούν οι όροι διαβίωσής τους οργανώνονται σε συνδικάτα και προχωρούν σε διαμαρτυρίες και απεργίες. Αναπτύσσεται το εργατικό κίνημα που πετυχαίνει με πολύ σκληρούς αγώνες τη βελτίωση της ζωής των εργατών και τον εκδημοκρατισμό των ευρωπαϊκών χωρών. Την 1η Μαΐου 1886 μια εργατική απεργία στο Σικάγο των ΗΠΑ με αίτημα την καθιέρωση οκτάωρης εργασίας πνίγηκε στο αίμα. Έτσι, από το 1890 τα συνδικάτα άρχισαν να γιορτάζουν την Πρωτομαγιά ως παγκόσμια μέρα των εργατών, πράγμα που συμβαίνει και σήμερα σε όλο τον κόσμο.
Ερωτήσεις Κατανόησης
1. Ποιες οικονομικές και τεχνολογικές αλλαγές προκάλεσε η Βιομηχανική Επανάσταση;
2. Ποιες κοινωνικές ομάδες αναπτύχθηκαν ως αποτέλεσμα της Βιομηχανικής Επανάστασης;
Ιστορικό εργαστήρι μέσα από πηγές
Α. Ο Όλιβερ Τουίστ του Καρόλου Ντίκενς .
Ο Όλιβερ Τουίστ είναι ένα μυθιστόρημα του Καρόλου Ντίκενς που περιγράφει με τον πλέον γλαφυρό τρόπο τη δραματική ζωή πολλών παιδιών στην Αγγλία της Βιομηχανικής Επανάστασης του 19ου αιώνα.
Ο Όλιβερ Τουίστ ήταν ένα παιδί που γεννήθηκε μια νύχτα σε άσυλο. Η μητέρα του πέθανε στη γέννα. Ο μικρός Όλιβερ δεν είχε ούτε καν επίθετο, του το έδωσε ο παιδονόμος, ο επιστάτης του φτωχοκομείου, ο άκαρδος κ. Μπαμπλ. Χωρίς γονείς, κατατρεγμένος, θα περάσει από χίλιες δυο περιπέτειες και δυσκολίες. Θα γυρέψει μια καλύτερη τύχη στο Λονδίνο, αλλά ούτε κι εκεί τα πράγματα θα είναι καλύτερα. Θα πέσει στα δίχτυα μιας συμμορίας κακοποιών, που δύσκολα θα τον αφήσουν να ξεφύγει. Η καλή του μοίρα, όμως, θα τον οδηγήσει κοντά σε ανθρώπους που όχι μόνο θα τον αγαπήσουν αληθινά, αλλά και θα τον βοηθήσουν να ανακαλύψει την πραγματική καταγωγή του.
Στο παρακάτω απόσπασμα στο άσυλο των απόρων του Δήμου, όπου ζει, ο μικρός Όλιβερ ζητάει λίγο φαγητό περισσότερο. Αυτό θεωρείται κάτι ανήκουστο για ένα ορφανό και το Συμβούλιο αποφασίζει την απομάκρυνση του «μικρού αντάρτη» από το άσυλο, αφού πρώτα διέταξε να τον κλείσουν στην απομόνωση .
» ..Η τραπεζαρία, όπου έτρωγαν τα παιδιά, ήταν ένα μεγάλο πλακοστρωμένο δωμάτιο μ’ ένα καζάνι στη μιαν άκρη. Ο διευθυντής, ζωσμένος με μια ποδιά, για την περίσταση και βοηθούμενος από δύο γυναίκες μοίραζε από εκεί το φαγητό. Ο Θεός δηλαδή να το κάνει φαγητό, γιατί ήταν ένας σκέτος χυλός με αλεύρι και από το χυλό αυτό τα παιδιά έπαιρναν κάθε φορά μία μόνο μερίδα και ούτε κουταλιά παραπάνω. Μόνο σαν ήτανε γιορτή τους δίνανε και από 100 περίπου γραμμάρια ψωμί το καθένα. Οι καραβάνες τους δεν θέλανε ποτέ πλύσιμο, γιατί τα παιδιά πεινασμένα , τις έγλειφαν και τις έξυναν με το κουτάλι τους μέχρι που τις έκαναν να αστράφτουν.
Μόλις τελείωναν το φαγητό, τα παιδιά περικύκλωναν εκστατικά το καζάνι, ρίχνοντάς του λαίμαργες ματιές . Έγλειφαν τα δάχτυλά τους . Ο Όλιβερ Τουίστ και οι φίλοι του βάσταξαν εκείνο το μαρτύριο πείνας για τρεις μήνες . Στο τέλος όμως εξαγριώθηκαν τόσο πολύ που ένα ψηλό αγόρι, ασυνήθιστο ως τότε σε τέτοια βασανιστήρια, γιατί ο πατέρας του κρατούσε μια μικρή ταβέρνα, δήλωσε σοβαρά στους συντρόφους του πως, αν δεν του δίνανε και δεύτερη καραβάνα με χυλό κάθε μέρα θα έτρωγε το αγόρι που κοιμότανε δίπλα του τη νύχτα! Και όπως τα μάτια του γυαλίζανε αγριεμένα, τον πιστέψανε όλοι. Και αποφασίσανε, μετά από σύσκεψη, να ζητήσουνε από τον διευθυντή περισσότερο φαγητό. Ο κλήρος έπεσε στον Όλιβερ Τουίστ.
Έφτασε το βράδυ. Τα παιδιά πήρανε τις θέσεις τους. Ο διευθυντής με την ποδιά του μάγειρα, στάθηκε δίπλα στο καζάνι. Τα παιδιά παρατάχτηκαν, σερβιρίστηκε ο χυλός, έκαναν μια μεγάλη προσευχή. Ο χυλός καταβροχθίστηκε αμέσως. Τα παιδιά κάτι ψιθύρισαν το ένα με το άλλο και έκαναν νόημα στον Όλιβερ. οι διπλανοί του τον σκουντούσαν. Αυτός, αν και μικρός, σπρωγμένος από πείνα με το ξαφνικό θάρρος που δίνουν οι στερήσεις, σηκώθηκε. Προχώρησε προς τον διευθυντή, με την καραβάνα και το κουτάλι στο χέρι και είπε, παραξενεμένος και ο ίδιος για την τόλμη του:
-Θα ήθελα λίγο φαγητό ακόμη κύριε.
Ο διευθυντής ήταν ένας χοντρός υγιής άντρας. Και όμως χλώμιασε μεμιάς . Κοίταξε για μερικά δευτερόλεπτα τον νεαρό επαναστάτη. Οι βοηθοί του είχαν παραλύσει και τα παιδιά έτρεμαν από το φόβο τους.
-Τι; είπε στο τέλος με σβησμένη φωνή.
-Θα ήθελα λίγο φαγητό ακόμη κύριε, ξαναείπε ο Όλιβερ Τουίστ.
Ο διευθυντής χτύπησε τον Όλιβερ στο κεφάλι με την κουτάλα τον άρπαξε στα χέρια του και άρχισε να φωνάζει τον επίτροπο.
Το συμβούλιο συνεδρίασε επισήμως όταν ο κ. Μπάμπλ όρμησε όλο έξαψη στο δωμάτιο και είπε απευθυνόμενος προς τον πρόεδρο.
-Κύριε Λίμπκινς με συγχωρείτε! Ο Όλιβερ Τουίστ ζήτησε και άλλο φαγητό!
Όλοι ανατρίχιασαν. Τρομάρα ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό τους.
-Ζήτησε και άλλο ! είπε ο κ. Λίμπκινς. Ηρεμήστε, Μπαμπλ και απαντήστε μου. Κατάλαβα καλά; Ζήτησε κι άλλο αφού είχε φάει κανονική μερίδα;
-Ακριβώς, κύριε, απάντησε ο Μπαμπλ .
– Αυτό το παιδί θα καταντήσει στην κρεμάλα, είπε ο κύριος με το άσπρο γιλέκο. Το ξέρω καλά.
Κανένας δεν αντέκρουσε την προφητεία. Ακολούθησε μια ζωηρη συζήτηση . Ο Όλιβερ κλείστηκε στην απομόνωση και το άλλο πρωί μια ανακοίνωση στην πόρτα του άσυλου έλεγε πως προσφερόταν μια αμοιβή 10 λιρών σε όποιον άντρα ή γυναίκα θα έπαιρνε τον Όλιβερ Τουίστ από το ενοριακό άσυλο για μαθητευόμενο σε οπιοαδήποτε τέχνη ή επάγγελμα.
– Ποτέ δεν ήμουν βέβαιος για κάτι , είπε ο κύριος με το άσπρο γιλέκο, διαβάζοντας το άλλο πρωί την ανακοίνωση, από όσο είμαι βέβαιος πως αυτό το παιδί θα κρεμαστεί μια μέρα! »
Ερωτήσεις Κατανόησης
1. Ποιες είναι οι συνθήκες διαβίωσης των παιδιών στο άσυλο;
2. Πώς συμπεριφέρεται το Συμβούλιο απέναντι στον Όλιβερ; Σε τι συμπέρασμα μπορούμε να καταλήξουμε για τη θέση του παιδιού στην Αγγλία του 19ου αιώνα;
Β. Ο ευτυχισμένος πρίγκιπας του Όσκαρ Ουάιλντ
Στο παρακάτω παραμύθι του Όσκαρ Ουάιλντ περιγράφονται με συμβολικό τρόπο οι σκληρές συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης. Ακούμε το παραμύθι.
κάνε ΚΛΙΚ στην εικόνα: